Πήραμε ένα κείμενο από τον Παναγιώτη Δεληβοριά, απόφοιτο του 1973, ο οποίος διατυπώνει την άποψή του σχετικά με το δημοσίευμα του montags για την “Παραγγελιά” του Παύλου Τάσιου. Δεδομένου ότι ο συναπόφοιτός μας σημειώνει ότι εκφράζει την άποψη μιάς ευρύτερης ομάδας αποφοίτων, το δημοσιεύουμε, και σε σύντομο χρονικό διάστημα θα υπάρξει και μία απάντηση από την πλευρά της σύνταξης:
Αγαπητέ μου Πρόεδρε,
Παρόλον ότι από την διατύπωση του κειμένου φοβούμαι ότι πιθανότατα είσαι ο συντάκτης του (και, επομένως, δεν θα χαρείς ιδιαιτέρως για τις παρατηρήσεις μου), θέλω να σού εκφράσω (υπό την ιδιότητά σου του Προέδρου του Συλλόγου) την αγανάκτησή μου, καθώς και την αγανάκτηση άλλων αποφοίτων που το διάβασαν, για την δημοσίευση στο σημερινό “montags” (28/2016) ενός, λίαν επιεικώς, απαράδεκτου κείμενου που αναφέρεται στην “Παραγγελιά” του κ. Τάσιου, που προέβαλε χθές η ΕΡΤ.
Εξ όσων γνωρίζω, ούτε ο ταλαντούχος (και κυρίως άριστα δικτυωμένος) κ. Παύλος Τάσιος ούτε η ερίτιμος για κάποιο διάστημα σύζυγός του κα. Γώγου είχαν οιαδήποτε σχέση με την ΓΣΑ. Ως εκ τούτου, δυσκολεύομαι να καταλάβω τί ζητάει στο “montags” η σχετική αναφορά στο “αριστούργημα”, που δημιουργούσε κλίμα υπέρ ενός από πάσης απόψεως αποκρουστικού ψευτοπαλικαρά και θρασύδειλου φονιά (που έσφαξε με την υποστήριξη του αδερφού του και, αν θυμάμαι καλά, ενός ακόμα φίλου του τρείς και μαχαίρωσε άλλους οκτώ άοπλους, ανύποπτους ανθρώπους). Το ότι είχε υπάρξει ένα hype θαυμασμού για το άθλιο αυτό άτομο, με την με το αζημίωτο υποκίνηση κάποιων “διανοουμένων”, είναι κατά την ταπεινή γνώμη πολλών μη ειδικών ένα σύμπτωμα της νοοτροπίας που έφτασε αυτή την χώρα εκεί που την έφτασε. Και αποτελεί, βέβαια, την έσχατη ύβρη για τις δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που χάσαν τις δουλειές τους, φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν, βασανίστηκαν ή σκοτώθηκαν από τη χούντα να προσπαθούμε να χώσουμε λάθρα (hineinschmuggeln, που λένε και οι Γερμανοί) στην πράξη του άθλιου κακούργου το οιοδήποτε δήθεν αντιστασιακό νόημα. Όσον αφορά δε το ξύλο που κατά δήλωσίν του (καθ’ υπόδειξη του Γερο-Βασιλάτου) στη δίκη είχαν φάει οι γονείς του το ’45, μερικές δεκάδες χιλιάδες Έλληνες και από τις δύο πλευρές σφαγιάστηκαν ή εκτελέστηκαν στον Εμφύλιο από το 1943 ως το 1950 (και βάλε), χωρίς κανένας απόγονός τους να το βρεί ως δικαιολογία για πράξεις του 25-30 χρόνια αργότερα.
Δεν γνωρίζω τί είχε πεί στην τάξη του συγγραφέως του άρθρου ο κ. Στάμος, αλλά δεν χρειαζόταν καμμία ιδιαίτερη ανδρεία για αυτό, γιατί κανείς τότε (ούτε, βέβαια, ο δολοφόνος) δεν είχε εκλάβει ως στρεφόμενη κατά της χούντας την πράξη του κ. Κοεμτζή. Ανδρεία χρειαζόταν για να πείς τίποτα θετικό για τον Παναγούλη, τον Φαράκο, τον Καράγιωργα, τον Οπρόπουλο ή, έστω, τον Σαββούρα. Όσον αφορά δε την αναφορά του άρθρου στην σφαγή άοπλων ανυποψίαστων ανθρώπων με την ορολογία “βίαιο γεγονός” (σαν να αντήλλαξαν μερικές μπουνιές δυό μεθυσμένοι), ομολογώ ότι μού θυμίζει το λεξιλόγιο που χρησιμοποιεί η Τουρκία για τις σφαγές των Αρμενίων – για να μην πώ κάτι κατά πολύ ακριβέστερο, αλλά βαρύτερο.
Τελειώνοντας, δεν μπορώ παρά να θαυμάσω τον λεπτό ψυχισμό του συγγραφέα που βρίσκει συγκλονιστικό τον τρόπο που απαγγέλλει στην ταινία ποιήματά της περί Κοεμτζή η κυρία Γώγου. Σίγουρα ακούγεται μπανάλ και ολιγώτερον εντελλεκτυέλ, αλλά εμένα με συγκλονίζει πολύ περισσότερο να σκέφτομαι τις γυναίκες που χήρεψαν και τα μικρά παιδιά που ορφάνεψαν (κι’ ένας Θεός ξέρει πώς μεγάλωσαν) από το φονικό του Κοεμτζή.
Πάντα φιλικά,
Παναγιώτης Δεληβοριάς