Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Δημήτρης Ψαρράς (’71) καταθέτει την άποψή του στην έρευνα που δημοσίευσε η Lifo στην ιστοσελίδα της στις 6 Οκτωβρίου, με τίτλο «Τι έδειξε τελικά η δίκη της Χρυσής Αυγής; 21 προσωπικότητες απαντούν».Στην έρευνα, επιστήμονες, καλλιτέχνες, συγγραφείς, καθηγητές και δημοσιογράφοι μιλούν για τη σημασία της δίκης της Χρυσής Αυγής και εκφράζουν τις προσδοκίες τους για την απόφαση.
Ο Δημήτρης Ψαρράς και η ομάδα του «Ιού» της Ελευθεροτυπίας ήταν οι πρώτοι που έγραψαν για τη Χρυσή Αυγή σε χρόνο ανύποπτο. Ο «Ιός» είχε κάνει μεγάλες έρευνες και ο Ψαρράς έχει γράψει τα βιβλία «Η Μαύρη βίβλος της Χρυσής Αυγής»και «Ο Αρχηγός».
Ο Δημήτρης Ψαρράς, στην ερώτηση της εφημερίδας, επισημαίνει: Απάντηση στον ναζισμό είναι η δημοκρατία. Ασφαλώς η δίκη της Χρυσής Αυγής είναι μία από τις σημαντικότερες που έχουν γίνει ποτέ στην Ελλάδα. Δεν είναι μόνο η μεγαλύτερη σε διάρκεια αλλά είχε και ένα πρωτοφανές αντικείμενο: να εξετάσει αν κάτω από τον μανδύα πολιτικού κόμματος δρα μια εγκληματική οργάνωση. Το ελληνικό Σύνταγμα παρέχει ιδιαίτερη προστασία στα πολιτικά κόμματα κι αυτό είναι που εκμεταλλεύτηκε η ναζιστική οργάνωση προκειμένου να εξασφαλίσει μια ιδιότυπη ασυλία, αποδίδοντας κάθε φορά τη διάπραξη αξιόποινων πράξεων σε «μεμονωμένα» άτομα ‒απλά μέλη‒ που υποτίθεται ότι δεν έχουν καμία σχέση με την ηγεσία της Χρυσής Αυγής. Παρά την προσπάθεια της οργάνωσης να αποκλείσει τα μέσα ενημέρωσης από τον χώρο του δικαστηρίου και παρά τη μείωση του ενδιαφέροντος που προκλήθηκε από τη μακρόσυρτη διεξαγωγή των συνεδριάσεων, τελικά τα συντριπτικά στοιχεία αποκαλύφθηκαν και προκάλεσαν τη διάλυση της οργάνωσης, χωρίς να έχουμε ακούσει ακόμα την ετυμηγορία των τριών δικαστών της σύνθεσης του Α’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών. Ο Μιχαλολιάκος ασχολείται με τον διορισμό της Ζαρούλια στη Βουλή και παραληρεί σαν μια εθνικοσοσιαλιστική καρικατούρα του βασιλιά Λιρ, ενώ και τα κακέκτυπα της Χρυσής Αυγής που δημιούργησαν ο Λαγός και ο Κασιδιάρης απλώς επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι συνεκτικός δεσμός τους δεν ήταν μόνο η φανατική πίστη στον ναζισμό και τον Χίτλερ αλλά και η προσδοκία να αποκομίσουν οικονομικά οφέλη από τη συμμετοχή τους στο «κίνημα». Τώρα που τέλειωσαν τα χρήματα, τα παροπλισμένα στελέχη των ταγμάτων εφόδου αναζητούν αλλού ματωμένο μεροκάματο. Η τελική δικαστική απόφαση θα επισφραγίσει αυτή την εξέλιξη. Η ελληνική κοινωνία θα ξυπνήσει από έναν φρικτό εφιάλτη. Αλλά στη συνέχεια θα είναι υποχρεωμένη να αντιμετωπίσει κατάματα τις ναζιστικές και ρατσιστικές ιδέες που τόσα χρόνια αφέθηκαν ελεύθερες να δηλητηριάζουν τον δημόσιο χώρο, την πολιτική και τα μέσα ενημέρωσης και ήταν αυτές που προετοίμασαν τη γιγάντωση της εγκληματικής οργάνωσης, επιτρέποντάς της να μεταμφιεστεί σε «πολιτικό κόμμα».