Ο Νίκος Αποστολίδης κάθισε στα θρανία της Αραχώβης στα χρόνια του Πολέμου. Γεννήθηκε στις 11.12.1926, συμπλήρωσε 98 συναρπαστικά χρόνια ζωής, κέρασε συγγενείς και φίλους, ανήμερα των γενεθλίων του, έσβησε κεράκια και αφηγήθηκε ιστορίες.
Πρωτοεμφανίστηκε στα Μαθητολόγια το έτος 1938-39 στην Α’ Γυμνασίου και το 1945 φοίτησε στη Σχολή Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ (Τμήμα Μηχανικών Μεταλλείων-Μεταλλουργών), από την οποία πήρε το δίπλωμα το 1953, αφού ενδιάμεσα υπηρέτησε στο στρατό (1948-1951). Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Colorado School of Mines, USA (1953 – 1955) και στη συνέχεια εργάσθηκε για ένα διάστημα ως μηχανικός μεταλλείων στις ΗΠΑ (1955-1956). Από το 1984 έως το 1994 δίδαξε ως καθηγητής στη Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων – Μεταλλουργών του ΕΜΠ, της οποίας διετέλεσε και πρόεδρος.
Ανάμεσα στα πιάτα του γεύματος, που διήρκεσε τρεις ολόκληρες ώρες, η διήγηση επικεντρώθηκε στα χρόνια αμέσως μετά τον Πόλεμο:
Το 1945 μπήκα στο Πολυτεχνείο και πριν ολοκληρώσω τις σπουδές μου, το 1947 εξεδόθη διαταγή, που απαιτούσε όλοι η φοιτητές να καταταγούν στον στρατό. Βλέπετε, ο Εμφύλιος ήταν σε πλήρη εξέλιξη και η τότε κυβέρνσηση θεώρησε ότι στην “μάχη” αυτήν έπρεπε να πάρουν μέρος όλοι. Οι νεοσύλλεκτοι τότε ρωτήθηκαν αν γνωρίζουν αγγλικά. Δήλωσαν κάμποσοι, και οι 50 πρώτοι θα επιλέγονταν ως μεταφραστές. Ανάμεσα σε όλα αυτά τα παιδια ήταν και ο μετέπειτα σκηνοθέτης και θεατρικός συγγραφέας, Μίνως Βολανάκης, ο μετέπειτα σκηνογράφος και ενδυματολόγος, Νίκος Γεωργιάδης και πολλοί άλλοι. Ο λόγος της επιλογής αγγλομαθών ήταν βεβαίως η αναγκαία μετάφραση και συνεννόηση με Άγγλους. που στελέχωναν τις διάφορες μονάδες του στρατού στην μάχη με τις αντάρτικες δυνάμεις.
Μεγαλωμένος σε ένα περιβάλλον, όπου η γαλλική γλώσσα ήταν η επίσημη δεύτερη μετά τα ελληνικά, αλλά έχοντας την τύχη να γνωρίζει καλά και τα γερμανικά από την οικογένειά του, έπρεπε να κάνει ιδιαίτερη προσπάθεια με τα αγγλικά, τα οποία είχε διδαχθεί, αλλά επι της ουσίας δεν είχε μιλήσει ποτέ. Τα κατάφερε διότι, επλέγη 55ος μεν, εκτός των 50 πρώτων, αλλά μετά το “ξεσκαρτάρισμα” όσων είχαν επιλεγεί, βρέθηκε τελικά ανάμεσα στην ομάδα των επιλεγμένων.
Πήρε μετάταξη σε στρατόπεδο στην Σύρο για εκπαίδευση, όπου εκεί μιλώντας καθημερινά με τους Άγγλους βελτιώνει τα αγγλικά του, τόσο ώστε να συγκακαλέγεται ανάμεσα στου τέσσερις πρώτους της Σχολής του με συνέπεια, κάποια στιγμή να μετατεθεί στο ΓΕΣ (Γενικό Επιτελείο Στρατού), όπου διαδεχόμενος τον μεταφραστή και υπασπιστή του Αρχηγού του ΓΕΣ αναλαμβάνει μεταφραστής αλλά και υπασπιστής. Από το πόστο του αυτό έρχεται σε επαφή με τον Βαν Φλιτ (James Alward Van Fleet, 1892 – 1992), αργότερα θα εξελιχθεί σε υπερ-στρατηγός του Εμφυλίου, και μάλιστα η εμφάνισή του ταυτίζεται χρονικά με την έναρξη της παρουσίας των Αμερικανών στην Ελλάδα. Με τον Βαν Φλιτ θα κάνει διάφορες περιοδείες ανά την Ελλάδα και συνειδητοποιήσει ότι το ενδιαφέρον των Αμερικανών επικεντρωνόταν στα αεροδρόμια πολλών νησιών (Ρόδος, Κρήτη κλπ) εν όψει τελικής επιλογής για την δημιουργία βάσεων στα επόμενα χρόνια.
Ο Βαν Φλιτ, ως γνωστόν, στάλθηκε το 1946 στην Ελλάδα ως επικεφαλής της Κοινής Στρατιωτικής Συμβουλευτικής Ομάδας των ΗΠΑ και εκτελεστής του «Δόγματος Τρούμαν» και συνέβαλε στην έκβαση του εμφυλίου πολέμου παρέχοντας συμβουλές στην ελληνική κυβέρνηση και 250 στρατιωτικούς συμβούλους, καθώς και τη διαχείριση στρατιωτικής βοήθειας ύψους 400 εκατομμυρίων δολαρίων, και υπηρέτησε ως κυβερνητικός στρατηγός του αμερικανικού στρατού και άλλων δυνάμεων των Ηνωμένων Εθνών κατά τη διάρκεια του Κορεατικού πολέμου, που διήρκεσε από το 1950 έως το 1953.