(*) αν δεν είχε υποχρεωθεί να φύγει από την Σχολή θα αποφοιτούσε το 1947.
Ο Ορθόδοξος Παπάζογλου άρχισε το Δημοτικό σχολείο στον Τύρναβο και το τελείωσε στο Πρότυπο Δημοτικό Θες/νίκης και κατά τα πρώτα έτη των γυμνασιακών του σπουδών φοίτησε στη Γερμανική Σχολή Θεσσαλονίκης και της Αθήνας, αποφοίτησε όμως από το Αμερικανικό Κολλέγιο Θεσσαλονίκης «Ανατόλια» το 1947.
Το 1948, μετά από επιτυχείς εξετάσεις, γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, απ’ όπου πήρε το πτυχίο του Ιατρού ακριβώς έξι χρόνια μετά, τον Ιούλιο του 1954, με βαθμό «Λίαν Καλώς». Την ίδια χρονιά γράφτηκε μέλος του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης και του χορηγήθηκε άδεια εξάσκησης επαγγέλματος στην περιφέρεια τον Συλλόγου αυτού.
Από τον Ιούλιο του 1954 μέχρι το Μάρτιο του 1956 υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία ως Έφεδρος Ανθυπίατρος του στρατού ξηράς. Υπηρέτησε στη Β. Μακεδονία, στο Πετρίτσι και στο Σιδηρόκαστρο, ενώ ήδη από την 1η Σεπτεμβρίου του 1955 είχε γίνει δεκτή η αίτησή του να προσληφθεί ως άμισθος εσωτερικός βοηθός στη Β’ χειρουργική Κλινική του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, προκειμένου να πάρει την ειδικότητα της Χειρουργικής. Από τότε υπηρέτησε ανελλιπώς στη Β’ Χειρουργική Κλινική υπό τη διεύθυνση όσων είχαν εκάστοτε την εντολή της έδρας, όπως ο Καθηγητής κ. Ν. Καβαζαράκης, ο εντεταλμένος υφηγητής κ. Ν. Αναγνωστίδης, ο καθηγητής κ. Κ. Τούντας, ο διευθυντής της Κλινικής κ. Γεράσιμος Μακρής.
Κατά τη διάρκεια της εκεί θητείας του συνέβαλε ουσιαστικά σε κάθε προσπάθεια δημιουργίας και προόδου, προώθησε ενέργειες που αφορούσαν στην ίδρυση Πειραματικού Χειρουργείου, στην ίδρυση Καρδιοχειρουργικού Εργαστηρίου, στην μεταφορά και εγκατάσταση της Κλινικής από το Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ στο Γενικό Κεντρικό Νοσοκομείο. Πάρα πολύ σημαντική ήταν και η βοήθεια που προσέφερε στον τότε Διευθυντή της Κλινικής, τον κ. Γεράσιμο Μακρή, στην προσπάθειά του να δημιουργήσει Τμήμα Χειρουργικής Περιφερικών Αγγείων και την πρώτη μονάδα στη Θεσσαλονίκη εντατικής νοσηλείας.
Στις 30 Ιανουαρίου 1958 διορίσθηκε οργανικός βοηθός στη Β’ Χειρουργική Κλινική του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ενώ το Σεπτέμβριο του επόμενου έτους απέκτησε την άδεια ειδικότητας χειρουργού.
Το 1960 αναγορεύτηκε Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με βαθμό «Άριστα».
Η σχετική εργασία που υποστήριζε είχε θέμα «Η επίδραση του πλάσματος αναρρωνυόντων καταγματιών επί της πωρώσεως.
Τον Ιανουάριο του 1961 μετά από πρόταση του Καθηγητή του ανανεώθηκε η θητεία τον ως βοηθού στην Κλινική ενώ το Μάιο τον 1963 διορίσθηκε Επιμελητής Εργαστηρίου στη Β’ Χειρουργική Κλινική, μετά από πρόταση πάντα τον καθηγητή κ. Ν. Καβαζαράκη.
Ένα χρόνο μετά, το 1964, αναγορεύτηκε παμψηφεί Υφηγητής της Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, υποβάλλοντας εργασία με θέμα «Η χρησιμοποίηση του φλεβικού αντί του αρτηριακού δικτύου των οπισθίων άκρων τον κυνός».
Το 1966 και μετά από εξετάσεις, έτυχε υποτροφίας τον British Council για το διάστημα από 15.10.1966 έως 15.12.1966, προκειμένου να ειδικευτεί και να μετεκπαιδευτεί στη Χειρουργική των Περιφερικών Αγγείων. Για το σκοπό αυτό παρακολούθησε εργασίες της Αγγειοχειρουργικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου St. Thomas του Λονδίνου υπό την διεύθυνση του καθηγητή κ. Kinmonth. Ο καθηγητής Kinmonth πρόκειται για έναν από τους πρωτοπόρους της Αγγειοχειρουργικής στην Ευρώπη, εξειδικευμένος στη Χειρουργική των Λεμφαγγείων. Στην κλινική αυτή, η οποία αποτελούσε ότι πιο σύγχρονο από πλευράς οργάνωσης και εξοπλισμού παρακολουθούσε ενεργά τόσο την κλινική εργασία και το Χειρουργείο, όσο και το Πειραματικό Χειρουργείο.
Παρακολούθησε επίσης στο Ακτινολογικό Τμήμα, υπό την διεύθυνση του Lee Thomas, μεγάλο αριθμό αρτηριογραφιών, φλεφογραφιών και λεμφογραφιών. Ιδιαίτερα παρακολούθησε τον Frank Coc- kett, Consultant της πιο πάνω Κλινικής, ο οποίος ασχολείτο κυρίως με τη χειρουργική των φλεβών. Επιδόθηκε δε στην παρακολούθηση, τόσο της νοσοκομειακής, όσο και της εξωνοσοκομειακής του ιατρικής δραστηριότητας. Στις 25 Νοεμβρίου 1966 του ζητήθηκε από το Ελληνικό Τμήμα του BBC να δώσει ραδιοφωνική συνέντευξη σχετικά με τις σπουδές του στην Αγγλία αλλά και με την κατάσταση της Χειρουργικής Περιφερικών Αγγείων στην Ελλάδα.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της παραμονής τον στην Αγγλία, παρακολούθησε το Συνέδριο της British Society of Gastroenterology και της British Surgical Research Society. Επισκεπτόταν δε ανελιπώς τα νοσοκομεία St. Mary’s Hammersmith και St. Bartholomew, προκειμένου να παρακολουθήσει χειρουργικές επεμβάσεις από χειρούργους διαπρεπείς στο είδος τους.
Το Μάιο του 1967 ανανεώθηκε η θητεία του στη θέση του Επιμελητή της Β’ Χειρουργικής Κλινικής για τέσσερα ακόμη χρόνια.
Την ίδια χρονιά, κατόπιν αιτήσεώς του, το Council of Europe του χορήγησε υποτροφία για τη Μεγάλη Βρεττανία για να μετεκπαιδευτεί στη Βιολογία των Αιμοφόρων Αγγείων, για τρεις μήνες. Κατά την περίοδο αυτή παρακολούθησε την ερευνητική εργασία του Πειραματικού Χειρουργείου της Αγγειοχειρουργικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του St. Thomas του Λονδίνου, υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Ν. Browse. Ακόμη παρακολούθησε το Χειρουργείο της ίδιας Κλινικής και συμμετείχε σε όλες τις επιστημονικές της συγκεντρώσεις. Εδώ μελέτησε τη φυσιολογική κυκλοφορία της λέμφου και συμμετείχε στις έρευνες γύρω από τη φυσιολογία της φλεβικής κυκλοφορίας των κάτω άκρων. Είναι ενδεικτικό για το υψηλό επίπεδο του Εργαστηρίου, το ότι εδώ για πρώτη φορά επιτεύχθηκε η ακτινοκινηματογραφική απεικόνιση της ύπαρξης βαλβίδων στα λεμφαγγεία, που λειτουργούσαν όπως και οι φλέβες.
Με τις θεωρητικές και πρακτικές γνώσεις που απέκτησε σχετικές με τη Χειρουργική των Περιφερικών Αγγείων, μπόρεσε να εφαρμόσει επιστρέφοντας στη Β’ Χειρουργική Κλινική του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τόσο την Ακτινοδιαγνωστική του Κυκλοφορικού Συστήματος, όσο και την εγχειρητική των Περιφερικών Αγγείων. Έτσι, η Κλινική μπόρεσε να δεχτεί σημαντικό αριθμό ασθενών με σχετικά προβλήματα.
Ο Ορθόδοξος Παπάζογλου μπορεί να λεχθεί ότι είναι από τους πρωτεργάτες αν όχι ο πρώτος που εισήγαγε την χειρουργική των περιφερικών αγγείων στη Θεσσαλονίκη γιατί την εποχή εκείνη υπήρχαν μόνο οι καρδιοχειρουργοί, η δε ειδικότης του αγγειοχειρουργού δεν υφίστατο.
Από το 1971 και εξής εκαλείτο κατ’ επανάληψη από τη Γυναικολογική και Μαιευτική Κλινική του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης για να ασκεί καθήκοντα Συμβούλου Χειρουργού σε θέματα Χειρουργικής και δη Αγγειοχειρουργικής. Ο Καθηγητής κ. Μαρουδής εξαίρει και επαινεί την συνεργασία μαζί του.
Στις 13 Οκτωβρίου 1972 εξελέγη από την Ιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μόνιμος Επικουρικός Καθηγητής στην Τακτική Έδρα της Β’ Χειρουργικής Κλινικής. Διορίσθηκε στη θέση αυτή στις 15.2.1973 και ανέλαβε τα καθήκοντά του λίγες μέρες αργότερα. Υπηρέτησε στη κλινική αυτή συνεχώς από το 1955 μέχρι το 1980, έχοντας διέλθει από όλες τις βαθμίδες της Πανεπιστημιακής Ιεραρχίας. Αποτελεί δε το μοναδικό στέλεχος που υπηρέτησε στην Κλινική αυτή όλο αυτό το χρονικό διάστημα των 25 χρόνων.
Κατά το διάστημα της Πανεπιστημιακής του θητείας, υπηρέτησε υπό τους εκάστοτε διατελέσαντες Διευθυντές της Β Χειρουργικής Κλινικής, όπως ο Τακτικός Καθηγητής Ν. Καβαζαράκης, ο Εντεταλ-μένος Υφηγητής Ν. Αναγνωστίδης, ο τακτικός καθηγητής
Κ. Τούντας και ο τακτικός καθηγητής Γ. Μακρής – Κουγιανός. Από όλους η εκεί θητεία και υπηρεσία του κρίθηκε άκρως αποδοτική και αξιόλογη.
Μαζί με τον Καθηγητή Ν. Καβαζαράκη εργάστηκε για την ίδρυση και για τη λειτουργία τόσο του Εργαστηρίου Καρδιοχειρουργικής όσο και του Πειραματικού Χειρουργείου, το οποίο για πρώτη φορά ιδρύθηκε και λειτούργησε στη Θεσσαλονίκη. Ο φόρτος εργασίας ήταν τόσο και το προσωπικό ανεπαρκές, ώστε δεν του ενέκριναν αίτηση που είχε υποβάλλει προκειμένου να του χορηγηθεί εκπαιδευτική άδεια.
Όταν τη διεύθυνση της Κλινικής ανέλαβε ο Καθηγητής Γεράσιμος Μακρής, το 1967, συνεργάστηκε μαζί τους έως και το 1975.
Η συνεργασία αυτή εκτιμήθηκε πάρα πολύ από τον κ. Γεράσιμο Μακρή, ο οποίος χαρακτηριστικά είχε πει, κατά τη διάρκεια εκλογής του Ορθοδόξου Παπάζογλου ως Επικουρικού Καθηγητή, ότι «θα εθεώρην δε τον εαυτόν μου ευτυχή εάν η Σχολή μου επέτρεπε τη συνεργασία με τον υποψήφιο τούτον επί ανωτάτου επιπέδου».
Τα αποτελέσματα της συνεργασίας αυτής ήταν άκρως ουσιώδες. Υπό την καθοδήγηση του κ. Μακρή ιδρύθηκε στο Κεντρικό Νοσοκομείο Αμφιθέατρο 150 θέσεων, καθώς και βιβλιοθήκη, η οποία ήταν στη διάθεση των φοιτητών, όσο και των Ιατρών. Ακόμη λειτούργησε Πειραματικό Χειρουργείο, το οποίο με τον καιρό απέκτησε τέτοιο εξοπλισμό, ώστε να είναι δυνατή η εκτέλεση κάθε είδους πειράματος. Πολύ δύσκολη στάθηκε αλλά τελικά επιτεύχθη η λειτουργία Μονάδας Εντατικής Παρακολούθησης δυνάμεως
4 κλινών, όπως επίσης και κεντρικού θαλάμου παρακολουθήσεως και πλήρους Εργαστηρίου μελέτης των αερίων, του αίματος και της οξεοβασικής ισορροπίας.
Από τα πρώτα κιόλας έτη της σταδιοδρομίας του, ασχολήθηκε με την πειραματική και κλινική μελέτη των Περιφερικών Αγγείων, θέμα γύρω από το οποίο στήριξε και τη διατριβή του για Υφηγεσία και πραγματοποίησε πάρα πολλές δημοσιεύσεις σχετικών εργασιών, σε επιστημονικά ιατρικά περιοδικά, τόσο Ελληνικά όσο και ξένα.
Ο Ορθόδοξος Παπάζογλου από καιρό θεωρούσε σκόπιμη τη δημιουργία Αγγειοχειρουργικής Μονάδας, στη Β’ Χειρουργική Κλινική, εξειδικευμένη στις παθήσεις των Περιφερικών Αγγείων. Η σκέψη του έγινε πραγματικότητα με την αμέριστη συμπαράσταση του Καθηγητή κ. Γεράσιμου Μακρή. Έτσι η Μονάδα λειτούργησε αποδίδοντας πλήρως τόσο νοσηλευτικώς και εκπαιδευτικώς, όσο και ερευνητικώς. Πολλές επιστημονικές εργασίες ήταν ο καρπός της έρευνας που πραγματοποιήθηκε μέσα στο πλαίσιο αυτής της Μονάδας, έρευνα η οποία συνέβαλε ουσιαστικά και σημαντικά στο γενικότερο επιστημονικό έργο που συντελείτο.
Μετά το θάνατο του καθηγητή Γεράσιμου Μακρή ανέλαβε ο ίδιος τη διεύθυνση της Β’ Χειρουργικής Κλινικής. Με το ήθος και το κύρος που τον διακρίνει, τόσο ως Επιστήμονα, όσο και ως άνθρωπο προσπάθησε και πέτυχε να ανταποκριθεί πλήρως στις υποχρεώσεις του, με αποτέλεσμα η λειτουργία της Κλινικής να αποβεί αρίστη. Σημαντική ήταν και η υποστήριξη και η τέλεια συνεργασία που είχε με τους υπολοίπους Ιατρούς συναδέλφους του, ώστε μπόρεσαν να καλύψουν το όντως δυσαναπλήρωτο κενό της απώλειας του κ. Καθηγητή.
Μετά την πλήρωση της έδρας της Β’ Χειρουργικής Κλινικής, παρέμεινε συνεργαζόμενος σ’ αυτήν με τον νεοεκλεγέντα καθηγητή κ. Αλέξανδρο Μαρσέλο, συνεργασία η οποία ήταν άριστη. Ο ίδιος εκτελούσε τα καθήκοντα του Μονίμου Επικουρικού Καθηγητή.
Οι δραστηριότητες που ανέπτυξαν, τόσο οι διδακτικές – εκπαιδευτικές, όσο και οι ερευνητικές, αλλά και η νοσηλεία, ανεστάλησαν λόγω των σεισμών τον 1978 από τους οποίους το Κεντρικό Νοσοκομείο υπέστη σοβαρές βλάβες. Έτσι εγκαταστάθηκαν πρόχειρα στο 424 Στρατιωτικό Νοσοκομείο, προκειμένου να μη χαθεί η συνοχή των δραστηριοτήτων της Κλινικής.
Μετά από απόφαση της Ιατρικής Σχολής, που δημοσιεύτηκε και στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 25.5.1979, διορίσθηκε Μόνιμος Καθηγητής της Έκτακτης Αυτοτελούς Έδρας της Β’ Χειρουργικής Κλινικής. Εξακολούθησε όμως να συνεργάζεται με τη Β’ Χειρουργική Κλινική, διότι η νεοιδρυθείσα έδρα εστερείτο Πανεπιστημιακής Κλινικής και προσωπικού.
Με το θάνατο του καθηγητή Σφουγγάρη, ο οποίος υπήρξε και ένας από τους πρώτους δασκάλους του στη Χειρουργική, η Σχολή αποφάσισε να εγκατασταθεί η Έκτακτος Αυτοτελής Έδρα της Β’ Χειρουργικής Κλινικής στη Χειρουργική Κλινική του Β’ Νοσοκομείου Ι.Κ.Α. Παρά τις έντονες προσπάθειές του για μια όσο το δυνατό καλύτερη και πληρέστερη λειτουργία της Κλινικής, εστάθη δύσκολο έως αδύνατο από τη στιγμή που αυτή εστερείτο πανεπιστημιακού προσωπικού και γενικότερα προϋποθέσεων που θα της επέτρεπαν να μετεκπαιδεύει και να ασκεί Ιατρούς, πολύτιμους για το έργο της. Παρά ταύτα με το προσωπικό της κλινικής του ΙΚΑ κατόρθωσαν και βελτίωσαν το επίπεδο λειτουργίας της Κλινικής η οποία άρχισε να αντιμετωπίζει πλέον και αγγειοχειρουργικά περιστατικά.
Το 1979 αναγορεύτηκε τακτικός καθηγητής και το 1991 πήρε την ειδικότητα τον Αγγειοχειρουργού, ειδικότητα που εγκρίθηκε για πρώτη φορά εκείνη τη χρονιά στην Ελλάδα.
Ως Καθηγητής Διευθυντής οργάνωσε τη Β2 Χειρουργική Κλινική στο Νοσοκομείο του ΙΚΑ, κατά την περίοδο 1980-1983. Μετά το 1983 ίδρυσε τη Β2 Χειρουργική Κλινική στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, στην οποία υπηρετεί μέχρι σήμερα. Η Κλινική διαθέτει τμήμα Γενικής Χειρουργικής και Αγγειοχειρουργικής και είναι σε θέση να εξασκεί Ιατρούς και να τους χορηγεί ειδικότητες στη Γενική Χειρουργική αλλά και στην Αγγειοχειρουργική. Στόχος του είναι να καταστήσει τη συγκεκριμένη Κλινική σε μια πρότυπη Πανεπιστημιακή Κλινική.
Το διδακτικό του έργο ξεκινά από το 1958, όταν από τον τότε Διευθυντή της Έδρας κ. Ν. Καβαζαράκη, του ανετέθη η διδασκαλία των φροντιστηριακών μαθημάτων των πεμπτοετών φοιτητών της Ιατρικής. Στη συνέχεια ανέλαβε και την Κλινική άσκηση στους θαλάμους των τριμηνιτών εκτοετών φοιτητών. Από το πανεπιστημιακό έτος 1960-1961 ο κ. Καθηγητής Ν. Καβαζαράκης του ανέθεσε να διδάσκει από την έδρα ώρες διδασκαλίας του μαθήματος της Χειρουργικής Κλινικής, σε φοιτητές Ιατρικής του Ε’ έτους.
Όταν το 1963 διορίσθηκε Επιμελητής ανέλαβε ακόμη και την εκπαίδευση Ιατρών που ειδικεύοντο στη Β Χειρουργική Κλινική.
Το 1965 μετά από απόφαση του Υπουργείου Υγείας, δίδαξε για έξι μήνες θεωρία και πράξη Χειρουργικής στο Γενικό Νοσοκομείο Βέροιας.
Το 1968 ο Καθηγητής και Διευθυντής της Β’ Χειρουργικής Κλινικής κ. Γεράσιμος Μακρής του ανέθεσε την από έδρας διδασκαλία των «Χειρουργικών παθήσεων των Περιφερικών Αγγείων» στους φοιτητές του Ε’ έτους. Παράλληλα είχε την ευθυνη της εκπαίδευσης των ασκούμενων στη Β’ Χειρουργική Κλινική διμηνιτών εκτοετών φοιτητών. Εκτός από τις διδακτικές επισκέψεις σε θαλάμους, τις παρακολουθήσεις στο Χειρουργείο, καθιερώθηκε η εβδομαδιαία ανάπτυξη διαφόρων θεμάτων στο Αμφιθέατρο, με τους φοιτητές, και ακολούθως, μετά την τρίμηνη άσκησή τους, η σχετική εξέταση, προς έλεγχο της επιδόσεώς τους. Ακόμη ανέλαβε την σε πρακτικό επίπεδο, επί κλίνης και θεωρητικά εξέταση των επί πτυχίω εκτοετών φοιτητών.
Από το Πανεπιστημιακό έτος 1970-1971 ανέλαβε τη διδασκαλία του μαθήματος της Χειρουργικής Κλινικής. Τη διδασκαλία του ιδίου μαθήματος συνέχισε και ως Επικουρικός Καθηγητής της Β’ Χειρουργικής Κλινικής.
Για την εκπαίδευση των ασκούμενων Ιατρών είχε προγραμματίσει τακτικές διδακτικές επισκέψεις στους θαλάμους, αλλά και διδασκαλία κατά την εκτέλεση Χειρουργικών Επεμβάσεων. Πάντα δε παρακολουθούσε και ενθάρρυνε τους φοιτητές του στην εκπόνηση των εργασιών τους, πολλές από τις οποίες δημοσιεύτηκαν και άλλες αποτέλεσαν θέματα διδακτορικών διατριβών.
Σε συνεργασία με τον Καθηγητή κ. Γεράσιμο Μακρή καθιέρωσε εβδομαδιαίες επιστημονικές συγκεντρώσεις του προσωπικού της Κλινικής, κατά τη διάρκεια των οποίων γινόταν βιβλιογραφική ενημέρωση , αλλά και συζητήσεις πάνω σε διαγνωστικά και θεραπευτικά προβλήματα ασθενών της Κλινικής. Ακόμη πραγματοποιούντο επιστημονικές συγκεντρώσεις των Ιατρών και όλων των Κλινικών και Εργαστηρίων του Νοσοκομείου που ήταν ανοικτές και σε όλους τους γιατρούς της πόλης. Στις συναντήσεις αυτές συχνά παρευρίσκοντο και άλλοι Πανεπιστημιακοί και μη συνάδελφοι προς ανταλλαγή απόψεων.
Ο Ορθόδοξος Παπάζογλου είναι μέλος πολλών Επιστημονικών Ελληνικών και ξένων διεθνών. Εταιρειών. Έτσι είναι, τακτικό μέλος της Ιατρικής Εταιρείας Θεσσαλονίκης, τακτικό μέλος της Ελληνικής Χειρουργικής Εταιρείας, τακτικό μέλος της Ελληνικής Βιοχημικής Εταιρείας, τακτικό μέλος της της Ελληνικής Νεφρολογικής Εταιρείας, membre titulaire de la Societe Internationale de Chirurgie, membre de la Societe Europeene de Chirurgie Cardiovasculaire, member of the European Society of Experimental Surgery, member of the International College of Angiology, μέλος της Ελληνικής Αγγειολογικής Εταιρείας και τέλος ιδρυτικό στέλεχος και μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης και Εφαρμογής Υπερήχων στην Ιατρική και Βιολογία και της Ελληνικής Αγγειοχειρουργικής Εταιρείας.
Σε όλη τη διάρκεια της επιστημονικής του θητείας και καριέρας, συνέβαλε και συμβάλλει με κάθε τρόπο στην εκπόνηση διατριβών πολλών συναδέλφων του, όπως των κυρίων Γ. Παρασκευά, Στ. Μιχαλόπουλου, I. Ζαμπάκου, Ευθ. Γιακουστίδη, Α. Αντωνιάδη,
Ν. Γαλάνη, Κ. Ατματζίδη, Β. Δαλαϊνα, Δ. Παπαδημητρίου, Α. Σούπαρη και πολλών άλλων, συνολικά 32.
Έχει λάβει μέρος σε πάρα πολλά Πανελλήνια. Πανευρωπαϊκά και Παγκόσμια Επιστημονικά Ιατρικά Συνέδρια, θέλοντας να παρακολουθεί και να ενημερώνεται συνεχώς και ανελλιπώς πάνω στις εξελίξεις της Επιστήμης του. Επίσης δέχθηκε προσκλήσεις να ομιλήσει και να αναπτύξει ιατρικής φύσεως θέματα τόσο σε Συνέδρια και Σεμινάρια, όσο και σε Στρογγυλές Τράπεζες. Με δική του ευθύνη και πρωτοβουλία διοργανώθηκαν Επιστημονικές συνεδριάσεις της Κλινικής με τους Ιατρικούς Συλλόγους Καβάλας, Τρικάλων, Κοζάνης, Βόλου και Λεμεσού. Η επιτυχία των Συνεδριάσεων ήταν τόσο ουσιαστική και εποικοδομητική ώστε όλοι οι συνάδελφοι λοιπών Συλλόγων εκδήλωσαν ενδιαφέρον για επανάληψη των Συνεδριάσεων.
Ακόμη έχει δώσει διαλέξεις επί χειρουργικών θεμάτων γενικού ενδιαφέροντος και εντός του πλαισίου των ενημερωτικών εκδηλώσεων του Πανεπιστημίου προς την ύπαιθρο και συγκεκριμένα προς τις πόλεις Κιλκίς, Νάουσα, Καβάλα, Δράμα και Φλώρινα.
Σε συνεδρίαση της ιατρικής Εταιρείας Θεσσαλονίκης με τον Ιατρικό Σύλλογο Βόλου επέδειξε κινηματογραφική ταινία, σχετική με το θέμα το οποίο ανέπτυξε, ενώ στις 25.11.1966 έδωσε ραδιοφωνική συνέντευξη στο Λονδίνο στο Ελληνικό τμήμα του BBC, η οποία σχετιζόταν με τις σπουδές του στην Αγγλία καθώς και με την εδώ κατάσταση περί της Χειρουργικής των Περιφερικών Αγγείων.
Στα πλαίσια άλλων δραστηριοτήτων που αναπτύσσει ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Ιδρύματος Εξυπηρετήσεως Πανεπιστημίων, διετέλεσε Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Αγ- γειολογικής Εταιρείας για την περίοδο 1980-1981, είναι μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του Ιατρικού Περιοδικού «Ελληνική Ιατρική», καθώς και του περιοδικού «Γαληνός».
Ακόμη, διετέλεσε Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Νοσοκομείου Λοιμωδών Νόσων Θεσσαλονίκης.
Μετά το διορισμό του ως Επικουρικού Καθηγητή συνέγραψε το πρώτο μέρος βιβλίου που αφορούσε στις παραδόσεις του από Αμφιθεάτρου με τίτλο «Αι χειρουργικοί παθήσεις των Περιφερικών Αγγείων».
Το βιβλίο εγκρίθηκε από την Ιατρική Σχολή ως διδακτικό και διανέμεται δωρεάν σε φοιτητές του Ε’ έτους της Ιατρικής από το 1974. Επίσης έχει εκπονήσει περισσότερες από 200 επιστημονικές εργασίες, οι οποίες έχουν δημοσιευθεί σε Ελληνικά και ξένα, διεθνούς κύρους ιατρικά περιοδικά.
Παντρεύτηκε το 1957 με τη Σουλτάνα – Ηλέκτρα Καμιτάκη της οποίας η καταγωγή είναι από την Κωνσταντινούπολη, ενώ η ίδια γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Η σύζυγός του διδασκάλισσα της Γαλλική: ασχολείτο με τα οικιακά και την ανατροφή των παιδιών τους. Το 1958 απέκτησαν την κόρη τους Δομινίκη – Δελφίνη, η οποία σπούδασε Φυσικοθεραπεύτρια, με ειδικότητα στα σπαστικά και στα με εγκεφαλική δυσλειτουργία παιδιά. Σήμερα εργάζεται στο ΕΑΕΠΑΠ. Το 1960 γεννήθηκε ο Κωνσταντίνος. Είναι Διδάκτωρ Ιατρός, έχει ειδικότητα Χειρουργού και τώρα μετεκπαιδεύεται στην Αριζόνα U.S.A. πάνω στην Ενδοαγγειακή Χειρουργική. Τα παιδιά του, του έχουν χαρίσει και εγγόνια, η κόρη του δύο εγγονούς, τον Αναστάσιο Αθανασιάδη και τον Ορθόδοξο Αθανασιάδη, και ο γιος του μια εγγονή και έναν εγγονό, την Ηλέκτρα Παπάζογλου και τον Ορθόδοξο Παπάζογλου του Κωνσταντίνου.