Ο Γιώργος Κορφιάτης για τον Τάκη Ζενέτο

vivliothiki zenetos 5 vivliothiki zenetos 6

Ο Γιώργος Κορφιάτης αριστερά και η πιστή “σύντροφός” του, η τραγιάσκα του, δεξιά. Η οιμιλία του συγκίνησε, γιατί ανέσυρε γεγονότα και εικόνες από το παρελθόν, από μια στιγμή της ζωής του που τον σημάδεψε για περισσότερο από 60 χρόνια. Συγκινήθηκε και ο ίδιος, αλλά καμάρωνε καθώς μας παρουσίαζε το καταπληκτικό πρόπλασμα της “διαστημικής” καρέκλας που αντέγραψε αποό τα σχέδια του Ζενέτου.

Τ.Χ. ΖΕΝΕΤΟΣ –20191205 Τ. Χ. ΖΕΝΕΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΣΑ

Ακολουθεί μετά από το Α΄ Μέρος της παρουσίασης του Ζ.

από τον Αρχιτέκτονα Πέτρο ΠΕΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟ

(Η ΕΙΣΑΓΩΓΉ)

Ας δούμε λοιπόν τώρα, τον Τάκη Ζ καί από την ανθρώπινη πλευρά του, όπως τον γνώρισα εγώ δουλεύοντας πλάι του.

(Η ΠΡΟΣΛΗΨΗ)

Τον Ιούνιο, του 1967 τελείωσα τις σπουδές μου στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο και έτρεξα αμέσως να εγγραφώ στο Τεχν. Επιμελ. και στο Ταμείο μας. Να έτσι, για να μπορώ να λέω πλέον πως ήμουν Αρχιτέκτων. Βιαζόμουν να αισθανθώ Διπλωματούχος Μηχανικός, αγνοώντας βέβαια το πόσο λίγα περί Αρχιτεκτονικής γνώριζα, αλλά προπάντων, το πόσα πολλά ήταν εκείνα που δεν γνώριζα. Όπως και να είχε το πράγμα, τώρα ανυπομονούσα να γνωρίσω την Αρχιτεκτονική και στην πράξη. Όσο για το πού θα έπρεπε να κάνω την πρώτη μου γνωριμία «μαζί της» είχα πάρει ήδη τις αποφάσεις μου.

Επί πέντε χρόνια, πηγαίνοντας στο Πολυτεχνείο και επιστρέφοντας, περνούσα από την οδό Ακαδημίας. Εκεί, στην είσοδο του κτιρίου, στον αριθμού 61, έβλεπα μια ταμπέλα: Τ.Χ. ΖΕΝΕΤΟΣ, Αρχιτέκτων, 6ος Όροφος.

Α… Από εκεί λοιπόν παραγόταν, όλη εκείνη η καλή δουλειά !.

Τον Ζ τον θαύμαζα ήδη από τα κτίριά του, αλλά και ακόμη από το περιοδικό Αρχιτεκτονική που συχνά δημοσίευε τα έργα του.

Έτσι, το απόγευμα της Δευτέρας, τρείς Ιουλίου, με το πιο καλό μου άσπρο πουκάμισο, κατέβηκα στο Κέντρο, πήγα κατ’ ευθείαν στο κτίριο της οδού Ακαδημίας 61, και κτύπησα την πόρτα του Γραφείου του Τάκη Ζενέτου.

Μου άνοιξε ένα σοβαρό, νέο άτομο, που όταν του είπα πως ήθελα να δω τον κ. Ζενέτο, με έβαλε ευγενικά να καθίσω και να περιμένω. Ο Ζενέτος ήταν εκεί και με δέχθηκε μετά από λίγο στο ιδιαίτερο γραφείο του. Τώρα ήμουν γεμάτος αγωνία και αμηχανία… -Που το είχα βρει τόσο θάρρος;… –Τόσο θράσος!….

-«Ορίστε, τι θέλετε;» -Ρώτησε, κάπως αιφνιδιασμένος, σηκώνοντας τα μάτια του, από τα χαρτιά που είχε μπροστά του.

-«Θα ήθελα να ρωτήσω αν υπάρχει περίπτωση να δουλέψω στο Γραφείο Σας» -Είπα. «-Είμαι αρχιτέκτων!» -Βιάστηκα να συμπληρώσω… -Και αυτό αντήχησε περίεργα στ’ αφτιά μου, γιατί ήταν πρώτη φορά που δήλωνα την τόσο φρέσκια επαγγελματική μου ιδιότητα.

Φάνηκε πως δεν περίμενε τέτοια απάντηση…

-Ποιός σ’ έστειλε; -με ρώτησε με ένα αμυδρό χαμόγελο.

-Κανένας,-είπα απλά.

-Καανένας;; Και τότε πως ήρθες εδώ;-ρώτησε -τώρα με έκδηλη έκπληξη.

-Ε,.. μου αρέσουν αυτά που φτιάχνετε και γι αυτό ήρθα… -είπα μουδιασμένος….

Με κοίταξε για λίγο ερευνητικά, από πάνω ως κάτω, σιωπηλός, ενώ τώρα πια η δικιά μου αγωνία είχε κορυφωθεί…

-Κάθισε! -είπε τελικά, δείχνοντας μου την χαμηλή πολυθρόνα εμπρός από το γραφείο του.

Η συζήτηση που ακολούθησε ήταν σύντομη και περιλάμβανε κυρίως μερικές τυπικές πληροφορίες για μένα. Δυο μεγάλα, καθαρά, γαλάζια μάτια με διερευ-νούσαν έντονα, όσο απαντούσα στις σύντομες ερωτήσεις του….

-«Θα έρθεις αύριο το πρωί», μου είπε χαιρετώντας με, δια χειραψίας. «Εγώ δεν θα είμαι εδώ. Ο Αλέκος θα σου ’πει, με τι θα ασχοληθείς».

Τον ευχαρίστησα όσο μπορούσα πιο σοβαρά -ενώ μέσα μου, βέβαια, πανηγύριζα… Αποχαιρέτησα τον Αλέκο που με συνόδευσε μέχρι την πόρτα, και έφυγα … «πετώντας» για το σπίτι.

(ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ)

Ο χώρος του Γραφείου του Τ.Ζ δεν ήταν τόσο μεγάλος όσο τον περίμενα. Ήταν μάλλον ένα φωτεινό, απλό διαμέρισμα τεσσάρων δωματίων, που είχε μετατραπεί σε γραφείο. Το περιβάλλον όμως εκεί ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον για έναν αρχάριο αρχιτέκτονα. Φαινόταν, ότι γινόταν κάποια ξεχωριστή δουλειά εκεί -μέσα. Δεν υπήρχε όμως, η παραμικρή επιτήδευση. ή κάποια προσπάθεια προβολής. Σαν να δινόταν περισσότερο βάρος στην ουσία των μελετών και στην παραγωγική διαδικασία. Λίγα σχέδια αναρτημένα στους τοίχους, λίγες φωτογραφίες από γνωστά μου ήδη κτήρια, λίγες λιτές, εργαστηριακές μακέτες εδώ και εκεί -και αυτά ήταν όλα.

Ο Ζενέτος είχε πλέον μόνος του το Γραφείο. Η συνεργασία του με τον Μαργαρίτη Αποστολίδη είχε διακοπεί. Τους λόγους δεν τους έμαθα ποτέ -ούτε και με ενδιέφεραν άλλωστε. Στο Γραφείο ήταν μόνον ο Αλέκος Παπαναστασίου, αρχιτέκτων, και μια νεαρή κοπέλα, η Αγγελική, η γραμματεύς. Πότε-πότε ερχόταν και ο Απόστολος. Ο Απόστολος ήταν ο λογιστής.

Με την όρεξη του «νεοφώτιστου» άρχισα να δουλεύω πρωί και απόγευμα -και συχνά μέχρι το βράδυ. Τις πρώτες μέρες έβλεπα τον Ζενέτο να έρχεται κατά τις 1:00 ή 2:00 το μεσημέρι και υπέθετα ότι ήταν όλο το πρωί σε δουλειές, ή σε επιβλέψεις. Ωστόσο, αργά το απόγευμα που έφευγα, τον αποχαιρετούσα, καθισμένο εκεί στο σχεδιαστήριό του, να συνεχίζει την δουλειά, σαν να είχε μόλις αρχίσει. Υπέθετα πως θα έμενε να δουλεύσει εκεί για λίγο ακόμα και μετά θα έφευγε. Την αλήθεια όμως την έμαθα κάποιες μέρες αργότερα, όταν έφτασα στο Γραφείο κάπως νωρίς το πρωί και τον βρήκα στην ίδια θέση που τον είχα αφήσει το προηγούμενο βράδυ… Συμπέρανα, πως είχε έρθει και αυτός νωρίς, επειδή ίσως θα υπήρχε κάτι επείγον. Γι’ αυτό και παραξενεύτηκα, όταν τον είδα να έρχεται, μετά από λίγο, στο σχεδιαστήριό μου για να ρίξει μια ματιά σ’ αυτά που έκανα και να μ’ αποχαιρετίσει.

«Πάω για ύπνο…» μου είπε. –ενώ εγώ έμενα μ’ ανοιχτό το στόμα.

Μέρες αργότερα βρήκα το θάρρος, να του διατυπώσω τις απορίες μου για το ωράριό που ακολουθούσε.

«Την νύχτα» -μου εξήγησε-. «είναι όλα πιο ήσυχα και μπορώ να συγκεντρώνομαι καλλίτερα. Εκείνες τις ώρες μπορώ να εξετάζω τις δουλείες του Γραφείου, να βλέπω τι έχετε κάνει εσείς όλη μέρα, να μελετάω πράγματα που με ενδιαφέρουν και να ασχολούμαι απερίσπαστα με την έρευνα…».

Έτσι λοιπόν, τον Ζενέτο δεν τον βλέπαμε καθόλου τις προμεσημβρινές ώρες. Ενημερωνόταν όταν ερχόταν το μεσημέρι και μετά δούλευε 15 έως 17 ώρες συνέχεια, μέχρι τη άλλη μέρα το πρωί. Έφευγε για το σπίτι του, προτού αρχίσει η κίνηση στους δρόμους.

Συχνά έπρεπε να μπω στο γραφείο του, τις πρωινές ώρες –όταν έλειπε, για να απαντήσω σε κάποιο τηλεφώνημα.. Τότε θαύμαζα εκείνα τα μικρά σημειώματά του, τα καθαρά και τακτοποιημένα σχεδιαστικά όργανα, που χρησιμοποιούσε και τα ξενόγλωσσα περιοδικά, που τα άφηνε όλα με σχολαστική τάξη επάνω στο σχεδιαστήριό του. Και πιο-κει έβρισκα τα διάφορα περίεργα σκίτσα του, καμωμένα ακόμα και στο πίσω μέρος κάποιων εισιτηρίων κινηματογράφου, ή λογαριασμών της ΔΕΗ.

Για να μην χάνω χρόνο γυρνώντας σπίτι το μεσημέρι, έμενα στο γραφείο με ένα πρόχειρο φαγητό, κάνοντας ένα περιορισμένο διάλειμμα. Σε μερικά από εκείνα τα απομεσήμερα, που οι συνεργάτες του γραφείου είχαν πάει για φαγητό και που τύχαινε να λείπει και ο Ζενέτος, έβρισκα την ευκαιρία να εξετάσω με θαυμασμό, τις αναρτημένες στους τοίχους φωτογραφίες, τα σχέδια, τα αποκόμματα δημοσιεύσεων, τις μακέτες, κτλ, από έργα που ήδη γνώριζα, αλλά και από άλλα, που έβλεπα τώρα, για πρώτη φορά. Όλα τα χαρακτήριζε κάτι πρωτοποριακό στην σύνθεση τους, όπως και μια χαρακτηριστική λιτή σχεδίαση. Όμως ήταν και κάτι άλλο που μου έκανε εντύπωση. Καθένα από αυτά, είχε έναν ξεχωριστό χαρακτήρα.. Όλα είχαν κάτι το ιδιαίτερο!. Θα έλεγε κανείς, πως όλα εκείνα τα έργα είχαν μελετηθεί, ίσως από διαφορετικά άτομα. Ή ίσως πάλι, να είχαν σχεδιαστεί όλα, πράγματι, από ένα και μόνον άτομο, που βρισκόταν σε μια συνεχή αναζήτηση… και που βιαζόταν να δοκιμάσει ολοένα νέες και διαφορετικές μορφές…

Σπάνια ερχόταν από πάνω μας την ώρα της δουλειάς, για να υποδείξει, ή να διορθώσει κάτι. Όταν ερχόμασταν όμως το πρωί, βλέπαμε συχνότατα, τα σχέδια που είχαμε κάνει την προηγούμενη μέρα, όσο καλύτερα μπορούσαμε, να έχουν δεκάδες μικροσημειώσεις και κολλημένα επάνω τους με σελλοτέιπ, κανένα-δυό χαρτάκια με οδηγίες για το τι έπρεπε ν’ αλλάξει. Και αυτό βέβαια, μπορούσε να επαναλαμβάνεται για μέρες, μέχρι να κρίνει πως το σχέδιο ήταν πλέον ώριμο, και στην μορφή που το ήθελε.

Είχε έναν χαρακτήρα πρόσχαρο, -σχεδόν παιδικό. Με τα άτομα του Γραφείου ήταν σοβαρός μα και φιλικός. Δεν εκνευριζόταν και δεν φώναζε ποτέ. Ίσως αυτό, να μας είχε επηρεάσει, και έτσι διατηρούσαμε και εμείς μέσα στο γραφείο μιάν ατμόσφαιρα ηρεμίας, ακόμα και όταν έλειπε.

Σιγά-σιγά πρόσεξα, πως κάποιοι τομείς, που τον ενδιέφεραν, πέραν της αρχιτεκτονικής, ήταν η Εξέλιξη της Τεχνολογίας, καθώς και η Πληροφορική, που τότε βρίσκονταν βέβαια σε νηπιακή ηλικία. Και αυτούς τους τομείς τους παρακολουθούσε και τους συνέδεε με τις προβλέψεις, και τους οραματισμούς του, για την «Αρχιτεκτονική και την Πολεοδομία του Μέλλοντος», τις οποίες τα τελευταία χρόνια μελετούσε..

Κάποια στιγμή λοιπόν κάθισα και αναρωτήθηκα σοβαρά!

Ο Ζενέτος, ως καλός αρχιτέκτων,

1. Μελετάει και κτίζει κατοικίες, βιομηχανικά κτίρια κ.α.

2. Μελετάει και ασχολείται με τους εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους των κτιρίων αυτών.

3. Αναλαμβάνει μικρές ή και μεγάλες πολεοδομικές μελέτες.

4. Μελετάει την τεχνολογία και προσπαθεί να προβλέψει το πώς και το πού θα κτίζουμε στο μέλλον.

και ακόμα

5. Εργάζεται τουλάχιστον 15 ώρες, το 24ωρο

Αν θα θελα λοιπόν να του μοιάσω,

μήπως, διάλεξα ένα δύσκολο επάγγελμα…;!!

(ΟΙ ΜΕΛΕΤΕΣ «ΑΓΙΑΣ ΓΑΛΗΝΗΣ» & ΠΛΑΚΙΑ)

Εκείνη την εποχή μια αμερικάνικη εταιρεία, η Λίττον, είχε υπογράψει σύμβαση με το ελληνικό δημόσιο, για να μελετήσει την χωροταξική και οικονομική ανάπτυξη της Δυτ. Πελοποννήσου και Κρήτης. Οι μελέτες είχαν μοιραστεί και είχαν ανατεθεί στα -λιγοστά τότε- ελληνικά Γραφεία πολεοδομικών μελετών. Το Γραφείο του Ζενέτου. είχε αναλάβει ένα μέρος από αυτές, που αφορούσε την Αγ. Γαλήνη και τον Πλακιά στη νότια Κρήτη..

Στην γωνιά που βρισκόταν το σχεδιαστήριό μου, ήταν καρφιτσωμένα στους τοίχους τα σχέδια με την Χωροταξική Πρόταση τής Αγίας Γαλήνης και πάνω σε ένα άδειο τραπέζι, εκεί-δίπλα, ήταν, ένα πρόπλασμα, του εδάφους της περιοχής, φτιαγμένο από φελλό. Ο Ζενέτος με έβαλε, να συμπληρώσω και βελτιώσω εκείνα τα σχέδια, από σχεδιαστικής πλευράς. Να λοιπόν που ξαφνικά άρχισα να δουλεύω πάνω σε σχέδια, με εντελώς πρωτοποριακές ιδέες και πολεοδομικές συνταγές.

«Θα φτιάξουμε και μακέτα;». –τον ρώτησα κάποια στιγμή, που ήρθε για λίγο, να ’δεί πως τα πάω με τα σχέδια.

«Γιατί, θα τα κατάφερνες;» -είπε χαμογελώντας με κάποια ήπια πειρακτική διάθεση, αλλά ίσως και με κάποια δόση αμφιβολίας.

«Δεν αποκλείεται..». -απάντησα όσο μπορούσα πιο σοβαρά.

Έμεινε για λίγο σκεφτικός … και μετά:

«Ε, άντε να σε ’δω!» -είπε ενθαρρυντικά.

Ελλείψει λοιπόν άλλης υποψηφιότητας …εξασφάλισα την «ανάθεση του έργου». Ωστόσο, μέχρι και σήμερα ακόμη, απορώ, πως ένας φτασμένος μελετητής, εμπιστεύθηκε τότε, έναν αρχάριο μαθητευόμενο, όπως η αφεντιά μου.

Πέρασαν μερικές ημέρες και η Αγία Γαλήνη άρχισε να ζωντανεύει. Η μακέτα έδειχνε ανάγλυφα την δύσκολη περιοχή του Χωριού με την νέα πρόταση για την ανάπτυξή του, την νέα του μορφή, με τον κλιμακωτό σύγχρονο οικισμό που είχε προβλέψει ο Ζενέτος να αναπτύσσεται ανάμεσα στα υπάρχοντα σπίτια, αλλά και έξω από το χωριό, με τις αυλές και τους κήπους τους, να βρίσκονται πάνω στα δώματα των κατοικιών, του από-κάτω δρόμου. -Μια άκρως πρωτοποριακή λύση για εκείνη την εποχή. Κοντά στα απότομα βράχια της παραλίας, προβλεπόταν τώρα το νέο μεγάλο λιμάνι για ιστιοφόρα και κάτω, στον κάμπο, οι νέες εγκαταστάσεις για κοινωνικές, αθλητικές και τουριστικές δραστηριότητες. Ο Ζ ερχόταν τώρα συχνά επάνω από το σχεδιαστήριό μου και παρακολουθούσε την εξέλιξη της δουλειάς με φανερή ικανοποίηση.

Την τελευταία Κυριακή του Αυγούστου, οι Μελέτες έπρεπε να παρουσιαστούν και να παραδοθούν στην Κρήτη. Την Παρασκευή το απόγευμα όλα τα Τεύχη ήσαν έτοιμα και συσκευασμένα. Εγώ είχα τελειώσει την μακέτα και την είχα αφήσει σε κοινή θέα, επάνω στο άδειο γραφείο του Απόστολου, του λογιστή. Ο Ζ την απαθανάτιζε με την φωτογραφική μηχανή του, ενώ εγώ, από κάποια απόσταση, κρυφοκαμάρωνα τώρα, σαν να χα φτιάξει πιά,… τον νέο Παρθενώνα.

Το πρωί του Σάββατου πήγα νωρίς στο Γραφείο, παρόλον ότι ήξερα πως δεν υπήρχε μεγάλη φούρια. Έλειπαν όλοι. Τότε βρήκα, λοιπόν, την ευκαιρία να θαυμάσω και τα πρωτότυπα σχέδια, των δύο χωροταξικών μελετών -της Αγ. Γαλήνης και του Πλακιά- που είχαν συνταχθεί ιδιοχείρως από τον Ζ και τον Αλέκο. Ήταν οι μελέτες, που, αφοσιωμένος στην μακέτα, δεν είχα την ευκαιρία πρωτύτερα να εξετάσω προσεκτικά. Ακόμα λοιπόν, είναι μέσα στα μάτια μου εκείνο το σχέδιο -σχεδιασμένο από τον ίδιο τον Ζ!: Ήταν το τεράστιο δικτύωμα με τις ανεμογεννήτριες, που πρότεινε να κατασκευαστεί σαν ένα «ενεργειακό φράγμα» σε κάποιο κοντινό φαράγγι… Ποιός γνώριζε τότε κάτι, για την Αιολική ενέργεια….. Και ποιός ήξερε την σημασία των ήπιων πηγών ενεργείας;;……

Νωρίς το μεσημέρι ήρθε και ο Ζ, να μας αποχαιρετήσει. Θα πήγαινε στην Κρήτη για να παρουσιάσει ο ίδιος τις Μελέτες. Θα ταξίδευε με το πλοίο, που έφευγε νωρίς τ’ απόγεμα και έφθανε εκεί, την άλλη μέρα το πρωί. Τον ρώτησα, γιατί δεν προτιμούσε το αεροπλάνο. «..μ’ αρέσει το ταξείδι με το πλοίο», -είπε. «ηρεμώ κατά κάποιον τρόπο και δουλεύω μάλιστα αρκετά… -Δεν συμπαθώ το αεροπλάνο…».

Τον Ζ λοιπόν, τον απασχολούσε η «δουλειά» όσες ώρες ήταν ξύπνιος. Αυτήν την εντύπωση είχα σχηματίσει μέσα στις λίγες εβδομάδες που τον γνώριζα. Και «δουλειά» ήταν βέβαια όλες οι τρέχουσες Μελέτες του Γραφείου, -που δεν ήσαν λίγες, -παράλληλα με τις έρευνές του, για την εξέλιξη της Αρχιτεκτονικής και της Πολεοδομίας στο Μέλλον,

Ο Ζ γύρισε από την Κρήτη πολύ ευχαριστημένος. Αυτό ικανοποίησε και εμάς, που θεωρήσαμε πως οι κόποι μας, τουλάχιστον δεν πήγαν χαμένοι…

(Το ΕΠΙΠΛΟ του 2000).

Το καλοκαίρι κρατούσε ακόμα, Μετά την πίεση των τελευταίων εβδομάδων επικράτησε κάποια εργασιακή χαλαρότητα. Σαν να θυμάμαι, ότι και ο Αλέκος, έχοντας σηκώσει για εβδομάδες μεγάλο βάρος των μελετών της Κρήτης, κάπου τότε πήρε και την άδεια του. Εν τω μεταξύ, στο προσωπικό τού Γραφείου είχε προστεθεί πρόσφατα, ένα νέο μέλος. Ήταν ο Μάριος, ένας δευτεροετής σπουδαστής Αρχιτεκτονικής. -Ήταν θαυμαστής και αυτός του Ζενέτου.

Ένα απόγευμα λοιπόν του Σεπτέμβρη, ο Ζ, με μερικά χαρτιά στα χέρια, μπήκε στο Σχεδιαστήριο και φάνηκε ότι ήθελε να μας πει κάτι ….

«Θέλετε να πάρουμε μέρος σε έναν διαγωνισμό;» -μας ρώτησε λακωνικά.

Εμβρόντητοι κοιταχτήκαμε με τον Μάριο…. Μήπως δεν είχαμε ακούσει καλά;.. Μήπως ο Ζ είχε όρεξη για αστεία;.. Ωστόσο, ο Ζ δεν αστειευόταν! –

«Είναι ένας διεθνής, παγκόσμιος διαγωνισμός…» -συνέχισε χαμογελώντας αινιγματικά, επιτείνοντας την αμηχανία μας… Και βλέποντας πως εμείς είχαμε ήδη καταπιεί την γλώσσα μας, προχώρησε, σοβαρότερα τώρα σε επεξηγήσεις.

«Πρόκειται για έναν παγκόσμιο διαγωνισμό που έχει προκηρυχθεί, με τίτλο «Το ΕΠΙΠΛΟ του 2000». Εγώ έχω προχωρήσει το θέμα, και θα το προχωρήσω ακόμα περισσότερο στα σχέδια. Ωστόσο, ίσως ένα πρόπλασμα θα ήταν απαραίτητο, για να το βγάλουμε φωτογραφίες, και να το στείλουμε μαζί με τα σχέδια και τις τεχνικές περιγραφές…»

Εγώ ανάσανα με ανακούφιση και σκέφθηκα πως τώρα τα πράγματα έμοιαζαν πιο προσιτά. Εγώ «είχα μεγαλώσει» μέσα στο επιπλοποιείο του πατέρα μου. Ο διαγωνισμός λοιπόν, δεν ήταν κανένα τεράστιο, σύνθετο κτήριο… Ήταν απλώς για ένα έπιπλο. Και για τα έπιπλα, γνώριζα τότε πολύ περισσότερα πράματα, απ’ ότι για τα κτίρια.

«Γιώργο, για δες! Θα τα καταφέρεις να φτιάξεις παλι, μια μακέτα, από αυτό εδώ; Και πόσες μέρες λες να χρειαστείς;» Ο Ζ. μου έδειχνε ένα από τα χαρτιά που κρατούσε… Και τότε ήταν που «προσγειώθηκα», και αυτή την φορά εντελώς ανώμαλα….:

Το «Έπιπλο του 2000». που πρότεινε ο Ζ ήταν μια Αναπαυτική Μηχανική Πολυθρόνα. Έμοιαζε με μια αρθρωτή πολυθρόνα οδοντιατρείου, η οποία είχε ενσωματωμένο στο δεξί της μπράτσο, έναν «ηλεκτρονικό υπολογιστή». Είχε μεταλλικά μηχανικά μέρη, αλλά οι ταπετσαρίες της, όπως ήταν σχεδιασμένες, έδειχναν εξαιρετικά αναπαυτικές. Τα σχέδια που μας έδειχνε, ήταν πεντακάθαρα, εναργή σε κλίμακα 1:10.

Τώρα καταλάβαινα, τι ήταν εκείνα τα περίεργα σχέδια που δούλευε μόνος του, στο γραφείο του, τις τελευταίες ημέρες. Ήταν τα σχέδια αυτής της πολυθρόνας ! Σχέδια εκπληκτικής ακρίβειας και καθαρότητας, που θα έλεγε κανείς πως σχεδιάστηκαν από κάποιον πεπειραμένο μηχανολόγο. Τα έβλεπα και τα θαύμαζα με περιέργεια και απορία όταν έλειπε, και έπρεπε να πάω και να απαντήσω στο προσωπικό του τηλέφωνο.

Από εκείνο λοιπόν το παράξενο έπιπλο, θα έπρεπε τώρα ξαφνικά, να φτιάξω εγώ μια μακέτα;;

«Ε; τι λες λοιπόν;» με ξύπνησε τελικά η φωνή του Ζενέτου.

«Θααα προσπαθήσω τουλάχιστον…» -τραύλισα αμήχανα… ενώ ο Ζ για να σπάσει την παγωμένη ατμόσφαιρα άρχισε να μας ξεναγεί στο «Έπιπλο 2000»

«Στο μέλλον, δεν θα έχουμε πολλά έπιπλα μέσα στο σπίτι. Αυτό θα είναι το πιο χρήσιμο έπιπλό μας. Σε αυτό θα καθόμαστε και θα εργαζόμαστε. Οι μετακινήσεις μας μέσα στην πόλη θα είναι πολύ περιορισμένες. Όλες οι δουλειές μας, οι επικοινωνίες μας, οι συνεργασίες μας, η ενημέρωσή μας, οι οικονομικές μας συναλλαγές με τράπεζες, με τις κρατικές υπηρεσίες θα γίνονται μέσα από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές μας… Το έπιπλο του γραφείου μας θα είναι ένα έπιπλο σαν αυτό-εδώ, που σαν πολυθρόνα και γραφείο μαζί, θα παίρνει οποιαδήποτε θέση θα θελήσουμε για ένα αναπαυτικό κάθισμα, ένα εξίσου αναπαυτικό μισο-ξάπλωμα, ή για έναν κανονικό υπνάκο… Το μεγάλο τραπέζι που έχει σαν δεξιό μπράτσο, θα χρησιμεύει για όλες τις δουλειές που κάνει κανείς επάνω σ’ ένα παραδοσιακό τραπέζι. Έχει όμως κάποιο πάχος και μέσα εκεί θα υπάρχουν όλες οι ηλεκτρονικές δυνατότητες καταγραφής, ή αναπαραγωγής ηχητικών, ή οπτικών μηνυμάτων, μουσικής, εικόνων, κινηματογράφου, κτλ. Δεν θα χρειαζόμαστε βιβλιοθήκες ή αρχειοθήκες για τα βιβλία μας, τα έγγραφά μας, ή τα σχέδιά μας, όλα θα είναι ηλεκτρονικώς καταγεγραμμένα και αποθηκευμένα μέσα στον ηλεκτρονικό. υπολογιστή. Να, εδώ στο δεξί μπράτσο, ή αριστερό για τους αριστερόχειρες. Δεν θα υπάρχει η κλασσική συσκευή τηλεφώνου, θα έχουμε μόνον ένα εύκαμπτο μικρόφωνο που θα μετακινείται όπου θα μας βολεύει. Το έπιπλο θα έχει στην βάση του και μικρές ρόδες για να κινείται ελευθέρα μέσα στο κατά κανόνα άδειο δωμάτιο εργασίας μας. Επάνω σε μια μεγάλη επιτοίχια οθόνη, ή απ’ ευθείας επάνω σε κάποιο γυμνό τοίχο του δωματίου, θα μπορούν να προβάλλονται οι εικόνες εγγράφων, φωτογραφιών, τηλεόρασης, των προσώπων με τα οποία θα επικοινωνούμε ή θα συναλλασσόμαστε κτλ. Η πολυθρόνα θα μετακινείται με στους μικρούς τροχούς της επάνω στο δάπεδο σύμφωνα με τις εντολές που θα της δίνουμε από το τραπέζι μας.

Ο Μάριος και εγώ χαζέψαμε…

Είχαμε 1967. Το 2000 μας φαινόταν κάτι πολύ μακρινό! Και αυτά που ακούγαμε τώρα, δεν τα είχαμε ξανακούσει. Ηχούσαν -τότε- μαγικά! Απόκοσμα! Μας φάνηκε απίθανο να μπορούν να συμβούν όλα αυτά, ακόμα και μέσα στα επόμενα τριάντα-πέντε χρόνια, που τότε μας φαινόντουσαν πολλά. Ήταν ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Ωστόσο, πιστέψαμε τον Ζ. που δεν είχε, βέβαια, λόγους να αστειεύεται. Γνωρίζαμε άλλωστε καλά την φανατική, μανιώδη ενασχόλησή του με τα άλματα της τεχνολογίας και της πληροφορικής, όπως και τις αναζητήσεις του στο Μέλλον.

Περιεργαστήκαμε λοιπόν με έκπληξη και θαυμασμό τα σχέδια, ενώ εγώ άρχισα να κάνω τις πρώτες μου σκέψεις, για τα υλικά που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην κατασκευή του προπλάσματος που θα ήταν και αυτό σε κλίμακα 1:10.

Δεν θυμάμαι πόσες μέρες κράτησε η κατασκευή της μακέτας. Θυμάμαι ότι όλα πήγαν καλά. Το γυαλοχαρτισμένο ταρατσομόλυβο, που είχα χρησιμοποιήσει για τα μηχανικά μέρη, έλαμπε εντυπωσιακά και απέδιδε πιστά τον μεταλλικό σκελετό του επίπλου. Κομμάτια από ξύλο μπάλζα, μορφοποιήθηκαν προσεκτικά, τρίφτηκαν και βάφτηκαν, θυμίζοντας με το χρώμα τους, το μαλακό δέρμα που προβλεπόταν ότι θα είχε η ταπετσαρία. Δυό μικρά κομμάτια διαφανές φάιμπεργκλάς συνέδεαν την πλάτη του επίπλου, με το στήριγμα της κεφαλής. Με ένα κομμάτι λεπτό, εύκαμπτο, μολυβένιο σωληνάκι, αποδόθηκε το μακρύ, μπράτσο του μικρόφωνου, ενώ οι αντένες του υπολογιστή έγιναν από επιλεγμένα λεπτά, ίσια σκουπόχορτα, από την σκούπα του Γραφείου.

Την παραμονή της παράδοσης το βράδυ, ο Μάριος με βοηθούσε να τελειώσουμε εγκαίρως την μακέτα. Άλλη λύση όμως από το ξενύχτι δεν υπήρχε. Έτσι δουλεύαμε ακούγοντας από τα ανοιχτά παράθυρα όλους τους ήχους της νυκτερινής Αθήνας, που όσο περνούσε η ώρα, ολοένα και λιγόστευαν.

Ο Ζ, ήταν στο δικό του γραφείο δουλεύοντας, με το ραδιοφωνάκι του σε διακριτική ένταση. Κατά τη μία, ήρθε για λίγο να δεί πώς τα πάμε, και μετά μας δήλωσε ότι θα πήγαινε, να πιεί κάποιον καφέ εκεί κοντά σε ένα μπαράκι που διανυκτέρευε. Ήταν τρεισήμισι, όταν γύρισε. Κρατούσε κάποια χειρόγραφα. Είχε γράψει στα γαλλικά και την τεχνική περιγραφή, που το πρωί θα έπρεπε να την πάμε για δακτυλογράφηση.

Νωρίς το πρωί νυσταγμένοι, ο Μάριος και εγώ. βγάλαμε φωτογραφίες κρατώντας την τελειωμένη μακέτα.

Και μέχρι το μεσημέρι τακτοποιήθηκαν όλα: Φωτοτυπίες σχεδίων, δακτυλογραφήσεις εγγράφων, λεπτομερέστερες φωτογραφίες από τον Ζ, εκτυπώσεις φωτογραφιών, πακετάρισμα, και έγκαιρη αποστολή στον φορέα του διαγωνισμού.

(ΕΠΙΛΟΓΟΣ)

Τις τελευταίες μάρες του Σεπτέμβρη, αποχαιρέτησα τον Ζ και τα παιδιά του Γραφείου. Παρουσιάστηκα για την θητεία μου στον Ελληνικό. Στρατό, απ’ όπου απολύθηκα μετά δύο χρόνια. Τόσο όταν υπηρετούσα την θητεία μου, αλλά και αργότερα, όταν άρχισα να ασκώ το ελεύθερο επάγγελμα, επισκέφθηκα τον Ζ, -καθαρά εθιμοτυπικά στο Γραφείο του…

Και εκείνους τους τρείς μήνες που είχα δουλέψει κοντά του, δεν τους ξέχναγα ποτέ!.

Την τελευταία φορά που τον επιστέφθηκα στο Γραφείο του στην οδό Πινδάρου, έδειχνε κουρασμένος «Δεν υπάρχει πολλή δουλειά…», μου είπε, δείχνοντάς μου μ ένα νεύμα τα άδεια σχεδιαστήρια και το λιγοστό προσωπικό. «Ωστόσο, αυτό έχει και τα καλά του, συνέχισε -Έχω πολύ περισσότερο χρόνο, τώρα, για μελέτη και έρευνα»!

Όταν τον ρώτησα για τις μελέτες του Δημοσίου, μου έδειξε μία στιβάδα αιτήσεων με «Εκδηλώσεις Ενδιαφέροντος» που είχε κοντά του, λέγοντας με κάποιο παράπονο:

Δεν βλέπω να παίρνω καμία δουλειά… Δεν ξέρω… δεν με εμπιστεύονται; Με θεωρούν ανεπαρκή;…

Ήταν η εποχή που ο Ζ, έχοντας καταξιωθεί στην Αρχιτεκτονική, αφοσιωνόταν τώρα περισσότερο στα Οράματά του, για την «Ηλεκτρονική Πολεοδομία» του Μέλλοντος.

Μου φάνηκε απογοητευμένος! Και ίσως έτσι να ήταν, πράγματι!

Και, ένα καλοκαιριάτικο πρωινό του 1977, όλοι όσοι τον γνωρίζαμε, παγώσαμε με την είδηση του θανάτου του. Ενός θανάτου, όπως αυτός τον επέλεξε, παίρνοντας για πάντα μαζί του τους λόγους, για εκείνη την εκούσια «αποχώρηση».

Σήμερα, κοιτάζω με νοσταλγία εκείνες τις φωτογραφίες από την «Πολυθρόνα του 2.000»…. Και έχουν περάσει 52 χρόνια κλειστά. Ούτε λίγα-ούτε πολλά!

Στο γραφείο μου κάθομαι σε μια πολυθρόνα που δεν είναι μεν αυτόματη, αλλά είναι αρκετά αναπαυτική….όπως το «Έπιπλο -2.000»

• Και Δίπλα μου, έχω έναν Υπολογιστή, που δεν είναι μεν ενσωματωμένος στο μπράτσο της πολυθρόνας, αλλά κάνει τα πάντα…..

• Στον απέναντι τοίχο έχω μια μεγάλη οθόνη, που είναι συγχρόνως δέκτης και κάμερα μέσα από την οποία, βλέπω τα ξαδέρφια μου, να μου μιλούν από την Αμερική, ενώ και αυτοί συγχρόνως με βλέπουν και μ’ ακούν, σαν να είναι εδώ, απέναντί μου.

• Εδώ και δεκαπέντε περίπου χρόνια, πραγματοποιώ τις συναλλαγές μου με Τράπεζες, Δημ. Υπηρ., και Πελάτες αστραπιαία από την πολυθρόνα μου, από τον υπολογιστή μου, και απ’ την οθόνη μου.

Και…

• Γύρω μου υπάρχουν κάποιες βιβλιοθήκες, σχεδιοθήκες, αρχειοθήκες, οι οποίες περιπίπτουν σταδιακά και σταθερά σε αχρηστία….

Δηλαδή:

η πρόβλεψη, του Ζ για το «Έπιπλο του 2000» επαληθεύθηκε πανηγυρικά !!

Μένει τώρα να δούμε

πότε και τα οράματά του, για την «Ηλεκτρονική Πολεοδομία του Μέλλοντος» θα επαληθευτούν επίσης….

Τι λέτε λοιπόν;; Θέλετε να περιμένουμε;;

Σας ευχαριστώ πολύ!

Κάντε Εγγραφή στο εβδομαδιαίο Newsletter

* indicates required
Συμπληρώστε το e-mail σας