Η Λίζα Γεωμπρέ διάβασε τις ημέρες αυτές το βιβλίο του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου: “Η κερένια κούκλα” και όχι απλώς ενθουσιάστηκε, όχι απλώς το προτείνει να το διαβάσουμε, αλλά θεωρεί ότι είναι ένα από τα σημαντικότερα διηγήματα της ελληνικής λογοτεχνίας.
Να πούμε δύο κουβέντες για τον συγγραφέα:
Ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος (Αθήνα, 1867 – 1 Νοεμβρίου 1911) ήταν Έλληνας θεατρικός συγγραφέας, μυθιστοριογράφος και ποιητής, καθώς και ο ιδρυτής της Νέας Σκηνής,
Πέρασε αρκετά χρόνια στη Βιέννη, όπου έγινε δάσκαλος της Ελισάβετ της Βαυαρίας και στενός της φίλος. Έγραψε γι’ αυτήν “Το βιβλίο της Αυτοκράτειρας Ελισάβετ”, το πιο γνωστό του έργο, όπου εξιστορούσε τη φιλία του με την Αυτοκράτειρα. Μετά το θάνατό της, επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου δημιούργησε τον πρώτο σύγχρονο θεατρικό οργανισμό, τη Νέα Σκηνή, και συνέβαλε καίρια και ουσιαστικά στην ανανέωση της ελληνικής θεατρικής σκηνής και στον εκσυχρονισμό της. Κατά τη διάρκεια της οκτάχρονης παρουσίας της, ανέβασε τα σπουδαιότερα έργα του καιρού του και δίδαξε υποκριτική στους ηθοποιούς που αργότερα θα γίνονταν οι πιο σημαντικοί στο ελληνικό θέατρο. Έγραψε, επίσης, το μυθιστόρημα “Η κερένια κούκλα”.
Η κερένια κούκλα δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα Πατρίς το 1908 και εκδόθηκε σε βιβλίο το 1911, τη χρονιά θανάτου του συγγραφέα. Πρόκειται για ένα ψυχολογικό μυθιστόρημα και όπως αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας στον πρόλογο του έργου πρόκειται για μια «ιστορία απλή και λυπητερή, γιατί απλή και λυπητερή είναι η ζωή». Η υπόθεση του έργου διαδραματίζεται σε μια λαϊκή συνοικία της πρωτεύουσας και μας περιγράφει τη σκληρή ζωή εκείνης της εποχής, τις πίκρες και τα πάθη των απλών ανθρώπων. Σταθερά μοτίβα στο έργο είναι η σκληρή μοίρα, η αρρώστια και το ανέφικτο της ανθρώπινης ευτυχίας. Η υπόθεση είναι απλή και βγαλμένη μέσα από τη ζωή: Μια γυναίκα του λαού, η Βιργινία, ερωτεύεται και παντρεύεται έναν άνδρα νεώτερό της, τον Νίκο και μένουν σε μια λαϊκή γειτονιά της Αθήνας.
Εμείς θα συμπληρώσουμε εδώ ότι:
…το 1891, ο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος αναγορεύεται διδάκτωρ της Φιλοσοφίας και δέχεται την πρόταση των Ανακτόρων της Αυστρίας να διδάξει την ελληνική γλώσσα στην Αυτοκράτειρα Ελισάβετ, τη θρυλική “Σίσσυ”. Μαγεύεται από τη “μελαγχολική αυτοκράτειρα”, τη θαυμάζει, τη λατρεύει, βαθιά και πλατωνικά, ως “γητεύτρα της φαντασίας, άφθαστο των Ονείρων και της Ωριοσύνης καταφύγιο”. Γίνεται αφοσιωμένος ακόλουθός της, τη συνοδεύει μάλιστα στο ταξίδι της στην Κέρκυρα το 1892, τη χρονιά που ολοκληρώνεται το “Αχίλλειον”, το παλάτι-ησυχαστήριό της στο νησί. Λίγο μετά τη δολοφονία της Ελισάβετ το 1898, αποφασίζει να της αφιερώσει το Tagebücher (Φύλλα ημερολογίου), μια λυρική μυθιστορηματική βιογραφία της, η οποία όμως προξενεί την έντονη δυσαρέσκεια των Ανακτόρων και γίνεται η αιτία να εγκαταλείψει, ως ανεπιθύμητος, τη Βιέννη. Το 1908, το έργο κυκλοφορεί στα ελληνικά, με τον τίτλο “Το βιβλίο της Αυτοκράτειρας Ελισάβετ”.
Σχετικές δημοσιεύσεις: