Πολλά χρόνια πριν, με το αμαξάκι του πατέρα μου, είχα βρεθεί στον δρόμο προς Δερβενοχώρια πάνω από την Χασιά και την Μονή Κλειστών. Τότε, παραπάνω, ο δρόμος γινόταν χωμάτινος και η κίνηση ήταν ανύπαρκτη. Είχα αφήσει το αυτοκίνητο στην άκρη του δρόμου να περπατήσω.
Προχώρησα ελεύθερα σε χαμηλή βλάστηση, μιά ελαφρά ανηφόρα δυτικά του δρόμου. Το έδαφος εκτεινόταν μπροστά για λίγο και μετά έβλεπα βουνά μακριά. Προχώρησα να δω την κατάβαση μα όσο πλησίαζα στην <<ράχη>> μπροστά μου, τα ίδια: Θάμνα και βραχάκια κοντά και πίσω τους μακρινά υψώματα.
Φτάνω και τι να δω; Από κάτω το χάος. Ξαπλώνω στο χώμα να κοιτάξω έξω. Κάτω μου επίσης το χάος! Αρνητικός γκρεμός, περισσότερο από κάθετος.. Κάτι φυτά αμέριμνα αερίζονταν ριζωμένα στον γκρεμό και μία πεταλούδα, εξίσου άφοβα, τα επιθεωρούσε. Εκατοντάδες μέτρα κάτω η ρεματιά, της Θοδώρας έμαθα αργότερα. Απέναντι απότομες πευκόφυτες πλαγιές. Ήμουν στον βράχο της Θοδώρας. Εντυπωσιακά.
Πήγαμε σήμερα σ’αυτό το μέρος, από την κάτω μεριά όμως, απ’το ρέμα. Ο ορειβατικός Φυλής συντηρεί σηματοδοτεί και ανοίγει καινούργια μονοπάτια εδώ. Αφήνουμε τ’αμάξια σε κλειστή ταβέρνα και βρίσκουμε το μονοπάτι. Περνάμε από στενωπό με το ρέμα της Γκούρας-Γιαννούλας: η έξοδος της Χασιάς προς τον κάμπο της Ελευσίνας, για πεζοπόρους μόνο.
Σύντομα τα διπόταμα όπου συμβάλλει και το ρέμα της Θοδώρας. Περνάμε το στεγνό ρέμα αρκετές φορές ακολουθόντας τώρα την κοιλάδα Θοδώρας. Βρίσκουμε και κυνηγό. Μας δίνει οδηγίες για τον δρόμο Νικοτσάρα, τους νερόμυλους και το μονότοξο γεφύρι του Καρά Χασάν.
Είμαστε σε πευκοδάσος μεικτό με χαμηλότερη βλάστηση θάμνων. Δεξιά μας οι τρεις πέτρες Θοδώρας μας κοιτάν από ψηλά. Εντάξει μόνο η τελευταία έχει επίσημα το όνομα αλλά είναι τρεις! Ο δρόμος οδηγεί προς Φίχθι-άλλο μέρος- αλλά υπάρχη σήμανση και ξαναπαίρνουμε το ρέμα ΜΑΣ. Φτάνουμε σε ερείπια νερόμυλου.
Το μονοπάτι στενεύει και ανηφορίζει μέσα στο δάσος. Δεξιά μας, πάνω μας οι γκρεμοί. Φτάνουμε σε πινακίδα προς υδραγωγείο/ πίσω προς διπόταμα. Πράγματι υπάρχει αυλάκι σκαμμένο στον βράχο. Μπροστά η ρεματιά χάνεται σε πυκνή βλάστηση και βράχια. Δεν πάει εύκολα από ‘κει. Αριστερά τίποτα. Προς τα πάνω ίσως υπάρχει συνέχεια του μονοπατιού.
Αρχίζουμε ανάβαση σε νέο, μετά από πυρκαγιά, πευκοδάσος, δυό τρία μέτρα ψηλό. Χάσαμε το μονοπάτι. Η δεν υπάρχει άλλο, δεν έχει ολοκληρωθεί η διάνοιξη. Σκαρφαλώνουμε <<ελεύθερα>>. Δηλαδή χωρίς μονοπάτι με δυσκολία παραμερίζοντας τα κλαδιά, ψάχνοντας την ευκολότερη δίοδο. Οι φωνή του Αντώνη ακούγεται κοντά αλλά δεν τον βλέπω. Κουνάει τα μπατόν ψηλά να ξέρω προς τα που πηγαίνει. Ο Τζέφρυ από πίσω φόρεσε κοντά παντελόνια σήμερα. Τα πουρνάρια τον γρατζουνίζουν. Κατά τ’άλλα σωστός. Κάνει ζέστη. Πολλή ζέστη για Φεβρουάριο. Με όλα τα λουλούδια ανθισμένα είναι κάτι σαν Φλεβαροαπρίλιος.
Κάποια στιγμή φτάνουμε στη ράχη. Αριστερά έρχονται γαυγίσματα. Μαζευόμαστε μην βρεθεί κανένας μόνος του. Τελικά είναι δεμένος ο σκύλος. Γαύγισε από ..φιλότιμο. Φτάνουμε στον δρόμο που περίμενα.
Λίγο πιό πάνω, ο χάρτης δείχνει αρχαίο δρόμο προς το φρούριο της Φυλής. Το βρίσκουμε και το ακολουθούμε. Αργότερα πράγματι είναι μονοπάτι σκαμμένο στον βράχο. Μας οδηγεί με εύκολο τρόπο στο κάστρο. Υπάρχει σήμανση πάλι. Φτάσαμε!
Μεγάλο μέρος των τοίχων είναι άθικτο. Αλλού ζημιές από τον σεισμό της Πάρνηθας του ’99. Υπάρχουν κάποιες σωστικές αντιστηρίξεις.
Επάνω ένα πράσινο λιβάδι, πέτρες των τοιχών πεσμένες και η πίσω πύλη που ανοίγει στο ..κενό με θέα τις απέναντι ορθοπλαγιές.
Περάσαμε από την πηγή της Φυλής, φάγαμε και κάπως χορτάτοι πήραμε εύκολο δρόμο επιστροφής.
Ο αναζητών ανταμοίβεται. Το μονότοξο γεφύρι δεν το βρήκαμε.
Με πεζοπορικούς χαιρετισμούς Αντώνης, Τζέφρυ και Τάσος