Η Χρυσή Χουτοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα στις 25 Σεπτεμβρίου 1923 και αποφοίτησε από τη Σχολή το 1942. Παρακολούθησε μαθήματα στην ΑΣΚΤ (1943-44) και σπούδασε γλυπτική και σχέδιο στην Ακαδημία Henri Paquet και στην Ecole des Arts et Metiers της Γενεύης. Στο Πανεπιστήμιο της ίδιας πόλης μελέτησε ιστορία και λογοτεχνία. Διδάχθηκε κοσμηματοποιία στη Λοζάννη. Με χρονική αφετηρία το 1962 πραγματοποίησε τρεις ατομικές εκθέσεις στην Αθήνα. Ανάμεσα στις συμμετοχές της σε ομαδικές εκθέσεις και διεθνείς διοργανώσεις συγκαταλέγονται οι: Biennale του Buenos Ayres (1960-64), Αλεξανδρείας (1963, 1970), Χαρακτικής (Λιουμπλιάνα, 1975, 1977, 1979, 1981, Κρακοβία, 1976, 1978, 1980 και Friedrikstad, 1976, 1978, 1980), Avanguardia e Sperimentazione (Μόντενα, Βενετία, 1978) κ.ά. To διάστημα 1972-74 συνεργάστηκε με τη Χρυσοθήκη Ζολώτα και παρουσίασε έργα της σε διεθνείς εκθέσεις κοσμήματος.
Οι μορφές στα έργα της είναι αφηρημένες και οι συνθέσεις της αυστηρά γεωμετρικές. Βασίζονται, κατά περίπτωση, στις εναλλαγές καμπύλων και ευθειών, στην οπτική αξιοποίηση των κενών μερών, στη ρυθμική και αρμονική επανάληψη όμοιων μονάδων. Στη δεκαετία του ’60 κατοικούσε, δουλεύοντας επάνω στα γεωμετρικά γλυπτά της (Νέες Μορφές το 1962, Rotation το 1965), στο σπίτι τής οδού Αρδηττού 34 στο Μετς, σπίτι το οποίο κατοικήθηκε από τον χαράκτη Α.Τάσσο, τη χαράκτρια Λουκία Μαγγιώρου, το ζωγράφο Γιάννη Μηταράκη (1898-1963), ενώ σύχναζε ο γλύπτης Θανάσης Απάρτης (1899-1972), που κατοικούσε κοντά ήδη από τα χρόνια της Κατοχής, και ο μεγάλος νεωτερικός γλύπτης Χρήστος Καπράλος (1909-1993). Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 η καλλιτέχνιδα εγκατέλειψε τα περίοπτα έργα για να περάσει σε επιτοίχιες τρισδιάστατες συνθέσεις, που επίσης βασίζονται στις ίδιες συνθετικές αρχές. Πέθανε στις 29 Ιουλίου 1984 στην Αθήνα.