Είχαμε ξεκινήσει την προηγούμενη εβδομάδα με τις αφηγήσεις του Νίκου Αποστολίδη, απόφοιτου του ’44, και συνεχίζουμε:
“…Η Γερμανική προφανώς δεν είχε αθλητικές εγκαταστάσεις. Για να γυμναστούμε λοιπόν μας πήγαιναν στο Καλλιμάρμαρο, αλλά και στο δάσος της Καισαριανής για Wandern (σημ.: εδώ θα κάνουμε μία παρατήρηση που κάναμε και στις αφηγήσεις του Απόστολου Πίτσου,ότι οι μαθητές της Μετσόβου, επειδή και αυτοί δεν είχαν στην διάθεσή τους χώρους για γυμναστική, αναγκάζονταν να πηγαίνουν στις εγκαταστάσεις του Πανελληνίου ΓΣ, στο Πεδίο του Άρεως). Θυμάμαι τον Αλέκο Μελετόπουλο που ήταν ακοντιστής και αργότερα γνωστός γυναικολόγος. Θυμάμαι όμως και τον Χαρίτωνα Κοριζή, τον μετέπειτα καθηγητή της Πολιτικής Ιστορίας”.
Γιά το κτίριο της Αραχώβης ξεκαθαρίσαμε κάποιες απορίες που είχαμε:
“…Το δεύτερο κτίριο του Doerpfeld, αυτό που βρίσκεται στην πλευρά της Βαλτετσίου, χρησιμοποιείτο ως βιβλιοθήκη, και μάλιστα δανειστική, για μαθήματα Τεχνικών αλλά και άλλα βοηθητικά μαθήματα. Φιλοξενούσε βέβαια και υπηρεσίες (σημ.: στο βιβλίο του Hansen γίνεται αναφορά για το Lehrerhaus, το οποίο βεβαίως τα πρώτα χρόνια πιθανώς να χρησίμευε και ως ξενώνας καθηγητών, ή ο όρος να σήμαινε ως χώρος εργασίας των καθηγητών όπως είναι σήμερα το Lehrerzimmer)”.
Για το κτίριο του Eglau, που όπως αναφέρεται και στο βιβλίο του Απόστολου Πίτσου, με αφορμή την “ανοξείδωτη σφαλιάρα”, υπήρχε μία μεγάλη αίθουσα τελετών:
“…Στο κτίριο του Eglau, που ήταν κολλημένο στο πρώτο κτίριο του Doerpfeld, αυτό της Αραχώβης, υπήρχε στο ισόγειο μία μεγαλη αίθουσα όπου λειτουργούσε και ως Turnhalle, όπου έβλεπες σκάλες αναρρίχησης και άλλα όργανα. Βεβαίως η αίθουσα χρησιμοποιείτο και γιά τελετές”.
Γιά την φοίτηση στην Αραχώβης:
“…Τα χρόνια εκείνα εισήχθη η λατινική γραφή! και μάλιστα από τον καθηγητή γερμανικών Hermann Kaspar. Μέχρι τότε τα παιδιά μάθαιναν να γράφουν να χρησιμοποιούν το γοτθικό αλφάβητο.
Υπήρχαν δύο τμήματα: το “Α” και το “Β”. Το “Β” ήταν το δύσκολο, το γερμανικό. Εξετάσεις για Abitur δίνανε μόνον όσοι ήσαν στο “Β”. Εγώ έμεινα στη Σχολή μέχρι την Γ’ Γυμνασίου, διότι δεν ενέκρινα την συμπεριφορά του τότε Διευθυντή Alfred Romain απέναντί μου. Η αδελφή μου Ίρις όμως συνέχισε και τέλειωσε το “Β”. Τώρα, το ελληνικό τμήμα, το “Α”, όταν τελείωνε δεν έπαιρνε απ΄ευθείας “Απολυτήριο”. Οι μαθητές έδιναν εξετάσεις σε Επιτροπή του Δημοσίου, με καθηγητές από δημόσια σχολεία, κάτι που εφαρμοζόταν σε όλα τα ιδιωτικά σχολεία (σημ.: ο Φωκίων Φωτιάδης-Νεγρεπόντης το σημειώνει στις δικές του αναφορές). Στο γερμανικό τμήμα, όμως υπήρχε διαφορά στην διδακτέα ύλη. Στα μαθηματικά τα παιδιά διδάσκονταν στις τελευταίες τάξεις διαφορικό λογισμό, ενώ στην ελληνική διδακτέα ο όρος ούτε καν υπήρχε. Όντας πιά σε ελληνικό σχολείο, είχα την τύχη να διαβάζω από τα γερμανικά βιβλία της αδελφής μου και να βλέπω τις διαφορές των δύο συστημάτων”.
και συνέχισε:
“…Όταν έφυγα, επειδή κατοικούσα στην Κηφισιά πήγα στο 2ο Δημόσιο. Επειδή η Κηφισιά δεν είχε δικό της σχολείο τα παιδιά πήγαινανστο Μαρούσι, εκεί που σήμερα είναι το 1ο Γενικό Λύκειο και το 1ο Δημοτικό Αμαρουσίου. Παραδόξως δώσαμε και εμείς εξετάσεις σε Επιτροπή, παρόλο που το σχολείο εθεωρείτο δημόσιο, και οι καθηγητές ήσαν αυτοί που μας δίδασκαν όλη τη χρονιά. Στις εξετάσεις λοιπόν αυτές συνέβη και κάτι διασκεδαστικό. Το θέμα της Έκθεσης ήταν “Πως βλέπετε τον κόσμο του αύριο”. Ε!, λοιπόν βαθμολογήθηκα με 10 (με άριστα το 20), δηλαδή πήρα την βάση! Γιατί; Είμαστε στην περίοδο 1943-44, δηλαδή λίγους μήνες πριν από την ατομική βόμβα στην Χιροσίμα, που ούτε εγώ ούτε κανείς άλλος μπορούσε να προβλέψει, και έγραψα ότι ο κόσμος του αύριο θα κάνει χρήση της ατομικής ενέργειας, των συνθετικών υλών κλπ. Ο βαθμολογητής προφανώς με αντιμετώπισε σαν αιθεροβάμονα, σαν αλαφροΐσκιωτο, που δεν ξέρει τι λέει και απλώς με άφησε να περάσω”.