Ο Günther Becker γεννήθηκε την 1η Απριλίου του 1924 στο Schwarzwald και πολύ νωρίς εκδήλωσε την κλίση του προς τη μουσική συνθέτοντας από την ηλικία των 12 τα πρώτα του κομμάτια. Στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο πολέμησε στη Ρωσία και στην Ιταλία και αμέσως μετά σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Μουσικής στην Καρλσρούη (Badische Hochschule für Musik) έως το 1949. Από το 1949 έως το 1956 σπούδασε σύνθεση στην Μουσική Ακαδημία (μετέπειτα Πανεπιστήμιο Μουσικής) του Detmold.
Το 1956 ήρθε στην Ελλάδα όπου διετέλεσε δάσκαλος μουσικής του μετέπειτα Βασιλέα Κωνσταντίνου στη Σχολή των Αναβρύτων και αργότερα δίδαξε στη Γερμανική Σχολή Αθηνών. Εκείνη την περίοδο ίδρυσε το Studio des Goethe-Instituts für Neue Musik στην Αθήνα ενώ δίδασκε παράλληλα διέθυνση ορχήστρας στο Ινστιτούτο Γκαίτε. Στο διάστημα της παραμονής του στην Αθήνα συνέθεσε το έργο “Nacht- und Traumgesänge” πάνω σε ποίηση Οδυσσεά Ελύτη για χορωδία και ορχήστρα (1964), ενώ πολλά έργα του είχαν τίτλους ελληνικούς (“Dialogos”, “Vier Epigramme”, “Moirologi”, “Metathesis”, “Drei Phasen”, “Aphierosis”, “Meteoron”, κ.α.).
Το 1968 και δεδομένου ότι η «χούντα» εξεδίωξε από τη χώρα ή συνέλαβε πολλούς φίλους του επέστρεψε στη Γερμανία όπου έγινε πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Νέας Μουσικής (IGNM, Internationale Gesellschaft für Neue Musik). Δύο συνθέσεις του: “Transformationen” (1970) και “Tria paidiá Voliótika” (1980) παίχτηκαν στο dem Weltmusikfest της IGNM, ενώ το 1969 βραβεύθηκε στη Μαδρίτη με το βραβείο Juventudes Musicales. Απεβίωσε στις 24 Ιανουαρίου στην πόλη Bad Lippspringe.
Σκίτσο του από τη φωτογραφία του φιλοτέχνησε η ζωγράφος και φωτογράφος Όλγα Καλούση.